Ελληνικά

Ετικέτα: μετανάστης

ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 3

Φύλλο Εργασίας 2

Δ.

Τρεις γιαγιάδες κάθονται σε ένα παγκάκι στην Λέσβο και απολαμβάνουν τον Κυριακάτικο ήλιο.

Κυρία 1: Και έτσι που λέτε, χτες το εγγονάκι μου έκλεισε έναν μήνα! Ο γιος μου μου είπε ότι το Πάσχα θα έρθουν για διακοπές στη Λέσβο και επιτέλους θα το δω! Ανυπομονώ να το πάρω στην αγκαλιά μου!

Κυρία 2: Αχ, τι ωραία.

Κυρία 3: Δείτε, έφτασε κι άλλη βάρκα με πρόσφυγες από την Συρία.

Κυρία 2: Τους καημένους… Έχασαν μέσα σε μια μέρα τις περιουσίες τους και αναγκάστηκαν να αφήσουν τον τόπο που μεγάλωσαν. Τώρα πως θα ξαναφτιάξουν την ζωή τους ολομόναχοι, σε ένα μέρος που δεν γνωρίζουν;

Οι κυρίες συνεχίζουν την συζήτησή τους ξεχνώντας το θέμα των προσφύγων. Μετά από λίγη ώρα μια μελαμψή κοπέλα τις πλησιάζει. Είναι ντυμένη με ένα φθαρμένο φουστάνι και στο κεφάλι της φοράει μια μαντήλα. Τα μάτια της είναι πρησμένα από το κλάμα. Στην αγκαλιά της κρατάει ένα μωρό. Αρχίζει να τους μιλάει απελπισμένα σε μια γλώσσα που δεν καταλαβαίνουν, χρησιμοποιώντας κάποια σπαστά ελληνικά.

Κυρία 1: Ωχ, τι θέλει αυτή; Κάντε πως δεν την βλέπετε.

Ξένη: Παρακαλώ… γκια το παιντί…

Κυρία 3: Κάτσε βρε Κατερίνα, η κοπέλα είναι ταλαιπωρημένη, και το μωρό της φαίνεται πολύ πεινασμένο. Λέω να πάω να πάρω ένα μπιμπερό και λίγο γάλα από το Σούπερ Μάρκετ για να το ταΐσουμε.

Κυρία 1: Τι λες καλέ που θα τους ταΐσουμε κιόλας. Δεν της φτάνει που την δεχτήκαμε στην Ελλάδα, θέλει και φαΐ! Τη βρωμιάρα… Να πάει στην χώρα της να ζητιανέψει εδώ δεν είμαστε τίποτα ζάπλουτοι να ταΐζουμε τους πεινασμένους. Ούτε ελληνικά δεν ξέρει να μιλάει!

Κυρία 2: Σε παρακαλώ Κατερίνα, πως μιλάς έτσι; Σκέψου τι έχει τραβήξει! Σκέψου την μάνα σου που ήρθε κι αυτή από την Τουρκία μέσα σε μια βάρκα στην Ελλάδα έχοντας εσένα στην αγκαλιά της. Σαν αυτό το παιδί ήσουν και εσύ τότε! Έτσι θα ζητιάνευε και αυτή για να σε ταΐσει… Ο πόλεμος καταστρέφει τους ανθρώπους. Αυτό που συνέβη σε αυτήν την δύστυχη κοπέλα μπορεί να συνέβαινε στον καθένα. Φαντάσου αν αναγκαζόταν εξαιτίας ενός πολέμου να φύγει η νύφη σου από την πατρίδα! Πώς θα ένιωθες αν την αντιμετώπιζαν με αυτό τον τρόπο; Και όσο για τα ελληνικά της, πού να ήξερε ότι θα αναγκαστεί να φύγει από την πατρίδα της! Μπράβο της και μόνο που κατάφερε να μάθει κάποιες λέξεις για να μπορεί να συνεννοηθεί με εμάς!

Κυρία 1: …

Κυρία 2: Δεν τους αξίζει να τους φερόμαστε έτσι. Εξάλλου είναι κι αυτοί άνθρωποι, σαν εμένα και εσένα! Πήγαινε Λίτσα στο Σούπερ Μάρκετ να πάρεις το γάλα. Εγώ θα προσπαθήσω να της μιλήσω.

Η 3η κυρία πηγαίνει στο Σούπερ Μάρκετ. Η 1η κυρία κοιτώντας σκεπτική το κενό αναλογίζεται όλα όσα της είπε η 2η κυρία. Η 2η κυρία κάνει κάποιες ερωτήσεις στη ξένη κοπέλα προσπαθώντας να την κάνει να νιώσει καλοδεχούμενη. Μετά από λίγη ώρα, η 3η κυρία επιστρέφει από το Σούπερ Μάρκετ κρατώντας ένα μπιμπερό και ένα μπουκάλι γάλα. Η 1η κυρία κοιτάζει πρώτα αυτή και μετά το μωρό της προσφυγοπούλας που έχει αρχίσει να κλαίει. Ξαφνικά σηκώνεται από το παγκάκι και απλώνει τα χέρια της στην κοπέλα γνέφοντάς της να της δώσει το μωράκι και αυτή σαστισμένη της το δίνει. Η 1η κυρία βάζει το γάλα στο μπιμπερό και το βάζει στο στόμα του μικρού παιδιού. Αυτό αμέσως ησυχάζει. Η 1η κυρία κοιτάει την κοπέλα και της χαμογελάει. Εκείνη της ανταποδίδει το χαμόγελο.

 

Φύλλο εργασίας 3

Β. Διαβάστε το ποίημα και γράψτε γιατί ο ποιητής θεωρεί λαθεμένο τον όρο
μετανάστες, απαντήστε στην ερώτηση χρησιμοποιώντας φράσεις του
ποιήματος.

Ο Μπέρτολτ Μπρεχτ, στο ποίημά του αναφέρει ότι ο όρος "μετανάστες" είναι λαθεμένος, διότι μετανάστες θεωρούνται  αυτοί που με δική τους επιλογή άφησαν την πατρίδα τους, σε αντίθεση με αυτούς οι οποίοι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την χώρα τους. Πιο συγκεκριμένα "«Μετανάστες» Θα πει, κείνοι που αφήσαν την πατρίδα τους. Εμείς, ωστόσο, δε φύγαμε γιατί το θέλαμε, λεύτερα να διαλέξουμε μιαν άλλη γη." Ακόμα, αυτοί φύγανε κρυφά επειδή τους κυνηγούσαν, όπως λέει και ο ίδιος. "Εμείς φύγαμε στα κρυφά. Μας κυνηγήσαν, μας προγράψανε." Επιπλέον, εκφράζει την επιθυμία του να γυρίσει πίσω στην πατρίδα του, καθώς περιμένει δίπλα στα σύνορα να βρει την κατάλληλη ευκαιρία να περάσει στην απέναντι όχθη , αφού η χώρα που πήγε μοιάζει με εξορία. "Κι η χώρα που μας δέχτηκε, σπίτι δε θα 'ναι, μα εξορία. Έτσι, απομένουμε δω πέρα, ασύχαστοι, όσο μπορούμε πιο κοντά στα σύνορα, προσμένοντας του γυρισμού τη μέρα, καραδοκώντας το παραμικρό σημάδι αλλαγής στην άλλην όχθη". Επιπρόσθετα, επισημαίνει ότι δεν έχει τελειώσει  τίποτα ακόμα και ότι δεν θα μείνουν σε αυτήν την χώρα. "Όμως κανένας μας δε θα μείνει εδώ.
Η τελευταία λέξη δεν ειπώθηκε ακόμα." Τέλος προσωπική μου άποψη είναι πως η κατάλληλη λέξη για να περιγράψουμε την κατάσταση του ποιητή είναι "πρόσφυγας", γιατί όλα όσα προανέφερε ο ίδιος την χαρακτηρίζουν.

Οι ξένοι και εγώ

1ο Φύλλο Εργασίας

Β.  Τα δεινά που απαριθμούνται στο παρακάτω δημοτικό τραγούδι είναι η ξενιτειά, η ορφανιά, η πίκρα και η αγάπη. Πιστευτώ πως όλα αυτά τα δεινά είναι δύσκολα αλλά περισσότερο η ξενιτειά διότι  με αυτόν το τρόπο ο άνθρωπος αποχωρίζεται την πατρίδα στην οποία μεγάλωσε και πέρασε καλά ,χάνει όλους σχεδόν τους συγγενείς του και πηγαίνει σε έναν τόπο πολύ διαφορετικό και δύσκολο να επιβιώσει.

2ο Φύλλο Εργασίας

Β. Ποιο θεωρούν οι κυρίες της φωτογραφίας ότι είναι το χρέος τους απέναντι
στους ξένους.

Πιστεύω πως οι κυρίες θεωρούν χρέος τους απέναντι στους ξένους μετανάστες να τους βοηθήσουν και να τους συμπονήσουν σε αυτήν τη δύσκολη φάση της ζωής τους για τον λόγο ότι κάποια στιγμή στο παρελθόν ίσως να ήταν και αυτές μετανάστριες .