Με οικογένεια

Αγαπητή Ζαχαρένια,

     Πριν λίγο καιρό έπρεπε να αποφασίσω αν θα πήγαινα στο Μαροκούρ μαζί με την άρρωστη μητέρα μου, για να δούμε τους συγγενείς του πατέρα μου. Η μητέρα δεν κατάφερε να φτάσει ως στο Μαροκούρ, γιατί πέθανε επειδή δεν μπορούσαμε να της προσφέρουμε αρκετή φροντίδα και τα λεφτά  δεν μας έφταναν για να πάρει τα κατάλληλα φάρμακα , να γίνει καλά και να συνεχίσουμε το ταξίδι μας. Εκτός αυτού του γεγονότος, που με έκανε να αισθανθώ θλίψη, απογοήτευση,μελαγχολία ,  αναγκαστήκαμε να πουλήσουμε και τον γάιδαρό μας. Είμαι και γι' αυτό το γεγονός στεναχωρημένη ,αφού τον είχα ως συντροφιά μου. Δύσκολες μέρες!

    Τελικά, αναχώρησα μόνη μου για το Μαροκούρ. Ήταν δύσκολο ταξίδι και αισθανόμουν φοβισμένη και κυρίως αγχωμένη! Πάλι καλά¨  στα μισά του δρόμου βρέθηκε ένα καλό κοριτσάκι, η Ροζαλία, και με βοήθησε να πάω στο προορισμό μου,αφού και εκείνη πήγαινε εκεί που πήγαινα και εγώ. Όταν  με βοήθησε αρκετά βρήκα αρχικά το δικό μου σπίτι,δουλειά σε εργοστάσιο και έκανα μεταφράσεις  επιστολών στα γαλλικά. Τώρα όμως βρήκα τους συγγενείς μου και μένω μαζί τους, ενώ έμαθα να κάνω πολλά πράγματα μόνη μου, όπως να ράβω δικά μου ρούχα και να μαγειρεύω. Έκανα συχνά τραπέζι στην Ροζαλία και έμαθα τί πραγματικά σημαίνει οικονομία!Γενικά θα ήθελα να σου πω ότι αισθάνομαι υπερήφανη και χαρούμενη!

Νομίζω ότι ξεδιπλώθηκε μια άλλη Περίνα από μέσα μου!

Με εκτίμηση,

Περίνα. 

"Με οικογένεια",  του Έκτορα Μαλό. 

ΔΙΝΟΝΤΑΣ ΦΩΝΗ ΣΤΟΥΣ ΚΑΤΑΠΙΕΣΜΕΝΟΥΣ

Αγαπητέ Γιάννη,

Όταν ο Μάγκουα προσφέρθηκε να μας οδηγήσει στο οχυρό , εμείς ανυποψίαστοι για τις προθέσεις του συμφωνήσαμε για την μεταφορά μας. Τελικά καταλήξαμε να έχουμε πάρει λάθος δρόμο. Μετά από πολλά εμπόδια φτάσαμε στο οχυρό ωστόσο ήταν περικυκλωμένο από χιλιάδες Γάλλους. Ξαφνικά στη μέση της διαδρομής ακούστηκαν φωνές, βρισιές και πυροβολισμοί. Λίγο χρειάστηκε να χάσει τον προσανατολισμό του το μάτι του γερακιού και θα πέφταμε πάνω στους Γάλλους, ώσπου ξαφνικά ακούστηκε η φωνή του στρατηγού Μονρό ο οποίος άνοιξε τις πύλες του οχυρού και ο στρατηγός κατασυγκινημένος έσφιγγε στην αγκαλιά του τις κόρες του.

Δεν σταμάτησα ποτέ να καταδιώκω την πονηρή αλεπού, τον Μάγκουα. Είχα βάλει στόχο στη ζωή μου να σκοτώσω αυτόν τον απαίσιο άνθρωπο διότι ήταν προδότης των Ινδιάνων. Έναν λόγο παραπάνω που έχει αιχμαλώτους τις κόρες του στρατηγού Μονρό. Είναι καθήκον μου να τις προστατέψω από τις συμφορές που τις βρήκαν ακόμη και όταν ήμουν τραυματισμένος. Ποτέ δεν τα παράτησα. Με τη βοήθεια του γερακιού όταν ήμουν στη φυλακή κατάφερα να ξεφύγω εξαπατώντας τους φρουρούς.Εγώ ένας Μοϊκανός  πολεμιστής θα προσπαθήσω να σώσω με οποιοδήποτε τίμημα τις ζωές τον κοριτσιών.....

Με εκτίμηση,

Ούνκας από το βιβλίο "Ο τελευταίος των Μοϊακανών"

Δίνοντας φωνή στους καταπιεσμένους

Αγαπητή Μελίνα,

Όταν στα γεράματά μου θέλησα να αλλάξω τη ζωή μου, να γίνω ξακουστός ιππότης και δείξω σε όλους τι σημαίνει να ζεις με όνειρο και φαντασία, αγνοήθηκα σε μεγάλο βαθμό. Όλοι οι κοντινοί μου άνθρωποι θεώρησαν πως δεν ήμουν τίποτε άλλο παρά ένας ηλικιωμένος άνθρωπος που έπρεπε να περιοριστεί στο να διαβάζει μύθους και ιπποτικές ιστορίες και όχι στο να τις ζει. Ένιωσα βαθιά μελαγχολία μόλις συνειδητοποίησα την κατάσταση, διότι κατά βάθος αυτή ήταν η αλήθεια. Ακόμα και αν δεν το έδειχνα, σε κάθε βήμα μου ένιωθα να με πλημμυρίζουν τα εμπόδια και οι περιφρονητικές ματιές.

Μέχρι να αποκτήσω την σημερινή μου φήμη, οι περισσότεροι με θεωρούσαν ανήμπορο και παράξενο, με εξαίρεση τον αγαπητό βοηθό μου, Σάντσο Πάνσα. Βέβαια, δεν ήταν σύνηθες οι άνθρωποι να εκπληρώνουν τα όνειρά τους στην δική μου ηλικία, μα δεν ήθελα να αφήσω το γεγονός αυτό να με εμποδίσει. Πολλές φορές μού φαινόταν ακατόρθωτο να μην λυγίσω κάτω από τα τόσα σχόλια προς το πρόσωπό μου· ακόμα και από τους στενότερους φίλους μου: τον δάσκαλο, τον γιατρό και τον παπά του χωριού καθώς και τον Καράσκο τον φοιτητή. Τουλάχιστον ο πιστός μου σκύλος Τριστάνο, παρ'όλο που ήταν αβέβαιος για την λογική ορισμένων λόγων μου, δεν με εγκατέλειψε ποτέ και πραγματικά ήταν βράχος και πηγή κουράγιου στις δύσκολες περιπέτειές μας. Τις τελευταίες μου στιγμές, έχοντας αυτόν τον φίλο μου στην αγκαλιά, αισθάνθηκα ικανοποιημένος και αληθινά ευτυχισμένος με τα όσα είχα καταφέρει ξεπερνώντας όλες τις προσδοκίες και πραγματοποιώντας αυτό που λαχταρούσα βαθιά μέσα μου. Ήμουν βέβαιος ότι θα έμενα στην ιστορία ως ο ξακουστός Ιππότης της Ελεεινής Μορφής, ο Δον Κιχώτης από την Μάντσα.

Με εκτίμηση,

Δον Κιχώτης

από το βιβλίο «Ζήσε όπως ο Δον Κιχώτης»

 

Τριστάνος και Ιζόλδη

Αγαπητή Ιωάννα,

Νιώθω πολύ θλιμμένη και μπερδεμένη γιατί πρόσφατα σκοτώθηκε ο αραβονιαστικός μου. Είναι πολύ σκληρό το συναίσθημα που νιώθεις όταν ένας τόσο κοντινός σου άνθρωπος χάνεται. Δεν είναι όμως μόνο αυτό που με απασχολεί. Πριν από κάποιες μέρες εμφανίστηκε σε μένα ένας άντρας τραυματισμένος τον οποίο έλεγαν Τριστάνο. Ισχυρίστηκε πώς είναι πολύ τραυματισμένος και πως χρειάζεται βοήθεια. Φυσικά εγώ τον εμπιστεύτηκα γιατί δεν ήξερα ποιος ήταν καθώς μου παρουσιάστηκε με ψεύτικο όνομα. Στη συνέχεια όμως ανακάλυψα ότι ήταν ο δολοφόνος του αρραβωνιαστικού μου. Σε μία στιγμή απερίγραπτου μίσους προσπάθησα να το σκοτώσω για να δικαιώσω και εμένα και τον άντρα μου. Όταν όμως τον κοίταξα στα μάτια ένιωσα κάτι ξεχωριστό για εκείνον. Νομίζω πως το λένε έρωτα. Καταλαβαίνεις φυσικά ότι κάτι τέτοιο δεν μπορεί να γίνει και δεν είναι σωστό να γίνει.

Έπειτα όμως υπάρχει κι άλλο θέμα. Ο πατέρας μου με προξενεύει στο θείο του Τριστάνου, Μάρκε, ο οποίος είναι βασιλιάς της κορνουάλης, ως φόρο υποταγής της Ιρλανδίας. Δεν είναι καθόλου δίκαιο και καθόλου λογικό να παντρευτώ κάποιον για τον οποίο δεν νιώθω τίποτα. Θα είμαστε σαν ξένοι.ο πατέρας μου πρέπει να καταλάβει πως δεν γίνεται να με χρησιμοποιεί για να αξιοποιήσει τις ανάγκες του πόσο μάλλον για κάτι τόσο σημαντικό που θα αλλάξει τη ζωή μου. Από την άλλη όμως με τον Κριστιάνο δεν μπορεί να γίνει τίποτα καθώς Δεν νομίζω πώς μπορώ να συγχωρήσω αυτό που έκανε στον αρραβωνιαστικό μου παρόλο που τον θέλω πολύ... Ελπίζω να καταλαβαίνεις τη δύσκολη θέση στην οποία βρίσκομαι.

Με εκτίμηση,

Ιζόλδη από το "Τριστάνος και Ιζόλδη"

Δίνοντας Φωνή Στους Καταπιεσμένους

Αγαπητή Άρτεμις,

Όταν σκέφτομαι τα Ανεμοδαρμένα Ύψη και το Θράσκος Γκρειντζ αισθάνομαι μια μελαγχολία και έναν φόβο. Νιώθω μελαγχολία επειδή μου έχει λείψει να δουλεύω στα Ανεμοδαρμένα Ύψη και να φροντίζω την αγαπημένη μου Κάθι και τον άντρα της τον Χέρτον.Αλλα και να εργάζομαι για την μαμά της Κάθι την Κάθριν όπου είχε πεθάνει λίγα λεπτά αφότου γεννήθηκε η κόρη της .Νμίζω θα αναρωτιέσαι όμως γιατί νιώθω φόβο . Νιώθω φόβο κυρίως μετά την συζήτηση που είχα με τον κύριο Λόκγουντ όπου ανέφερε τον εφιάλτη που είδε όταν φιλοξενήθηκε στο χρόνια ακατοίκητο δωμάτιο όπου έμενε η Κάθριν. Μου αφηγήθηκε ότι τον πήρε ο ύπνος διαβάζοντας τα βιβλία της και είδε στον ύπνο του την Κάθριν να του μιλάει και να λέει να την αφήσει να μπει μέσα επειδή εδώ και 20 χρόνια δεν έχει βρει ανάπαυση. Επίσης μου είπε ότι όταν το ανέφερε στον κύριο Χιθκλιφ όπου ήταν κολλητός φίλος της Κάθριν έβαλε τα κλάματα και άρχισε να της μιλάει. Αλλά ακόμη νιώθω φόβο επειδή με το που πέθανε ο κύριος Χιθκλιφ έφυγα εγώ και το υπόλοιπο προσωπικό για να μείνουν μόνα τους τα φαντάσματα. Αυτό με ανατριχιασε πολύ 

Με εκτίμηση

Κύρια Νέλλη από τα Ανεμοδαρμένα Ύψη

ΔΙΝΟΝΤΑΣ ΦΩΝΗ ΣΤΟΥΣ ΚΑΤΑΠΙΕΣΜΕΝΟΥΣ

Αγαπητή Γεωργιάνα,

Όταν η μαμά Μπαρμπερέν μου ανακοίνωσε ότι είμαι ορφανός, ταράχτηκα. Η γλυκιά μου μανούλα ήταν πάντα δίπλα μου και δεν πίστευα ποτέ ότι δεν είναι δικιά μου. Σπάραξα στο κλάμα. Δεν μπορούσα να την αποχωριστώ. Ο πατέρας ,όμως, ήθελε μανιωδώς να με διώξει. Δεν είχε  πολλά χρήματα και με έβλεπε σαν σπατάλη χρημάτων και τίποτε παραπάνω. Έτσι, με πούλησε στον κύριο Βιταλί και με τα ζώα του, τα τρία σκυλιά και την μαϊμού, δίναμε κάθε μέρα παραστάσεις στον δρόμο για ένα καρβέλι ψωμί, που μετά θα μοιραζόμασταν.

  Δύσκολες μέρες! Πριν κάτι μήνες συνέλαβαν και το αφεντικό μου. Ο αστυνομικός ισχυρίστηκε πως τα ζώα ήταν επικίνδυνα και θα μπορούσαν να βλάψουν κάποιον από το κοινό, κάτι το οποίο φυσικά δεν ίσχυε, καθώς ήταν πλήρως εκπαιδευμένα. Μετά την αποφυλάκισή του, συνεχίσαμε τον δρόμο μας για το Παρίσι. Μετά από πολύ ώρα περπατήματος μέσα στο κρύο αποφασίσαμε να ξαποστάσουμε για λίγο σε ένα δασάκι. Ο Βιταλί μου ζήτησε να μείνω ξύπνιος και να προσέχω τα ζώα. Δυστυχώς, όμως, από την κούραση και την εξάντληση αποκοιμήθηκα και ξυπνήσαμε το πρωί με τα δύο σκυλιά μας νεκρά από τους λύκους. Ήμουν πολύ απογοητευμένος  και το έβλεπα και στα μάτια του κυρίου μου. Την επόμενη μέρα πέθανε και η μαϊμού από την παγωνιά που επικρατούσε. Η μία συμφορά μετά την άλλη. Αλλά η χειρότερη ήταν ο θάνατος του Βιταλί, και αυτός από το κρύο. Ακόμα με πληγώνει αυτό το γεγονός. Μου είναι μαχαίρι στην καρδιά. Και έχω μείνει μόνος με τον Καπί . Η συνέχεια μου παραμένει άγνωστη.

Με εκτίμηση,

Ρέμι από Χωρίς οικογένεια

Δίνοντας φωνή στους καταπιεσμενους

Αγαπητή Αντριανα

Όταν ξύπνησα από αυτό το αλλόκοτο όνειρο και συνειδητοποίησα ότι βρισκόμουν δίπλα στην αδερφή μου ένιωσα ένα συναίσθημα ανακούφισης και ασφαλείας να με περιβάλλει που κατάφερα επιτελούς να ξεφύγω από τον κόσμο της τρέλας στο οποίον ήμουν παγιδευμένη. Παρόλο όμως που ήξερα ότι αυτό το όνειρο με έβγαλε έξω από την συνηθισμένη και συν αμάν βαρετή καθημερινότητα, μπορώ να πω ότι μου άρεσε και νοιώθω μελαγχολία σκεφτοντας όλα αυτά που δεν θα καταφέρω να ξανακούσω και να ξανά δω,πράγματα τα οποία ακούγονται ανήκουστα,πράγματα τα οποία μόνο ένα παιδί μπορεί να σκεφτεί,ένα παιδί που η φαντασία του οργιάζει. Όμως αυτό δεν ήταν ένα απλό όνειρο νεμεν περιείχε όντα ανύπαρκτα που δύσκολα ένα μυαλό μπορεί να δημιουργήσει,όμως όλα αυτά που έζησα μέσα στο ίδιο μου το όνειρο, μέσα στην ίδια μου την φαντασία,σε κάτι που εγώ η ίδια δημιούργησα,σε κάτι που πήγαζε από μέσα μου,από αυτά που καθημερινά περνάω σαν ένα παιδί που η ενηλικίωση και το άγχος της καθημερινότητας εισβάλλουν ακόμα και μέσα στην ίδια του την φαντασία,με έκαναν να συνειδητοποιήσω την τρομερή καταπίεση και το τρομερό άγχος που εις χωρούν μέσα στο μυαλό και την παιδική ψυχή.Το
γεγονός ότι δεν μπορώ να αποφύγω ότι η κοινωνία έχει ετοιμάσει για εμένα, ώστε να είμαι μια έτοιμη,σωστή ενήλικας για να βγω έξω σε αυτόν τον κόσμο που δεν ονειρεύτηκα ως ένα παιδί που η φαντασία του ταξιδεύει,τόσο μακριά που μπορούσε ακόμα να φανταστεί την ζωή του ως μια ώριμη και επιτυχημένη ενήλικας,όμως ακόμα και αυτό το έχουν καταστρέψει,έχουν καταστρέψει τα πάντα που μπορεί ένα παιδί να έχει, ακόμα και την παιδική αθωότητα.  Πραγματικά δεν ξέρω που θα οδηγήσει όλο αυτό, κάθε παιδί να νοιώθει τέτοιο άγχος που να του τρώει τα σωθικά, να νοιώθει παγιδευμένο μέσα σε μια κρυστάλλινη γυάλα προσπαθώντας να βγει έξω αλλά η κοινωνία μας να μην του το επιτρέπει κάνοντας το να νοιώθει καθημερινά πως βυθίζεται όλο και περισσότερο μέσα σε αυτή την γυάλα. Όσο για εμένα το μόνο που ξέρω είναι ότι νοιώθω καταπιεσμένη από τα πρέπει της κοινωνίας νοιώθω ότι δεν έχω άποψη για ότι και αν συμβαίνει γύρω μου,ότι δεν έχω λόγω ακόμα και στην ίδια μου την ζωή νοιώθω ότι θέλω να αρχίζω να φωνάζω αφήστε με να ζήσω όπως θέλω χωρίς να μου επιβάλλεται τα δικά σας θέλω γιατί είμαι παιδί,ένα παιδί που θέλει να ζήσει μια ανέμελη παιδική ηλικία.

Με εκτίμηση
Αλίκη
Η Αλίκη στην χωρά των θαυμάτων

Όλιβερ Τουίστ

Αγαπητή Ιωάννα ,

Όταν έγινα εννέα χρονών το συμβούλιο του ασύλου αποφάσισε ότι πρέπει να δουλέψω και έτσι έγινε. Όμως δεν άντεξα και το έσκασα .Περπατούσα μέρες ατελείωτες ώσπου είδα μία ταμπέλα που έγραφε ''Λονδίνο'' .Είχα ακούσει το όνομα αυτής της πόλης ξανά .Έφτασα λοιπόν εκεί και γνώρισα κάποιον που είπε ότι θα με βοηθήσει. Αλλά αυτό δεν ήταν βοήθεια ,με κακομεταχειριζόταν και με ανάγκαζε να κλέβω ανθρώπους .Αισθανόμουν ότι θα μας πιάσουν και ήμουν ταραγμένος και πανικοβλημένος .Ευτυχώς γνώρισα έναν ευγενικό κύριο που περάσαμε συναρπαστικές και δραματικές  περιπέτειες μαζί. Με βοήθησε να ανακαλύψω το παρελθόν μου και τελικά βρήκα τον μεγαλύτερο αδερφό μου .

Με εκτίμηση Όλιβερ Τουίστ          
Βιβλίο Όλιβερ Τουίστ

Δίνοντας φωνή στους καταπιεσμένους

Αγαπητή Γεσθημανή,

Όταν ήμουν ακινητοποιημένος πάνω στο λαμπερό καταπράσινο φρεσκοκουρεμένο γρασίδι δεμένος χειροπόδαρα με ψιλές λεπτεπίλεπτες κλωστές το μόνο που μπορούσα να αντικρίσω ήταν ένα έντονο γαλάζιο κομμάτι ουρανού. Για όλα αυτά που αντικρίζω αισθάνομαι τρομοκρατημένος και αγχωμένος για τη συνέχεια. Και δεν μου φτάνουν όλα αυτά, έχω να μου διασχίζει όλο το σώμα ένα ανθρωπάκι κάτω των δεκαπέντε εκατοστών και στην συνέχεια να ακολουθούν και καμιά σαρανταριά υπόλοιπα ανθρωπάκια. Αυτοί μάλλον ήταν πολεμιστές γιατί κρατούσαν τόξο είχαν φερέτρα στην μικροσκοπική τους πλάτη. Μετά  απ’ όλα αυτά που πέρασα δεν ήξερα τι θα με περιμένει στην συνέχεια.

 

Με εκτίμηση
Γκιούλιβερ

                                                                            Τα ταξίδια του Γκιούλιβερ

δίνοντάς φωνή στους καταπιεσμένους

Αγαπητή Θάλεια,

Όταν για πρώτη φορά αντίκρισα και άκουσα στο πανδοχείο του σταθμού την φωνή της μητέρας μου , μέσα μου κάτι σκίρτησε , έπρεπε να κρατηθώ και να μην πέσω στην αγκαλιά της διότι το καθήκον μου και ο κίνδυνος που θα διέτρεχε αν μαθαινόταν η ταυτότητα μου θα ήταν μεγάλος .Καταπίεσα λοιπόν τα συναισθήματα μου και έκανα πως δεν την ήξερα .Το ίδιο άλλωστε έκανε και εκείνη όταν με συνέλαβαν αρνήθηκε ότι είμαι γιός της καταπιέζοντας την λαχτάρα της να με σφίξει στην αγκαλιά της δεν μπόρεσα όμως να συγκρατηθώ βλέποντας μπροστά μου να διαδραματίζεται το γεγονός που θα επιχειρούσαν να χτυπήσουν την μητέρα μου αισθάνθηκα οργισμένος στην εικόνα και μόνο που θα αντίκριζα τον βούρδουλα να πέφτει στην γυμνή πλάτη της μητέρας μου. Μη μπορώντας να συγκρατηθώ άρπαξα τον βούρδουλα και τον έφερα  με δύναμη στο πρόσωπο του Ιβάν Ογκάρεφ.

Ακόμη και όταν βρέθηκα στην δύσκολη θέση που κατηγορήθηκα ως προδότης, η τιμωρία μου θα ήταν να με τυφλώσουν με πυρακτωμένη λάμα . Όλη μου η σκέψη βρισκόταν στην χαμένη αποστολή , στην μητέρα μου και στην Νάντια που ποτέ πια δεν θα ξανά έβλεπα . Ούτε ένα λεπτό δεν πέρασε από το μυαλό μου να αποκαλύψω ποιος είμαι . Το μόνο που ένιωθα ήταν εκδίκηση προς το πρόσωπο του Ιβάν Ογκάρεφ .

Με εκτίμηση Μιχαήλ Στρονγκοφ

βιβλίο :Μιχαήλ Στρονγκοφ