23 thoughts on “Σκυταλοδρομία λογοτεχνικής ανάγνωσης του λογοτέχνη!”

  1. Εμπνευσμένη από την γιορτή της μητέρας και επηρεασμένη από το δημοτικό τραγούδι, έγραψα κι εγώ ένα ταπεινό ποιηματάκι για να τιμήσω την μητέρα μου και τις αναμνήσεις που έχω από την γλυκιά της αγάπη!

    “Φτιάχνει μανούλα όμορφη μικρό μαξιλαράκι
    και μέσα βάζει του έβενου του κρητικού τ’ ανθάκια.
    Το βλέπει η κορούλα της, χαρούμενη λαλάει:
    -Τι όμορφο μανούλα μου που ν το μαξιλαράκι!
    Μου το χαρίζεις άραγε να το χω παρεούλα,
    στον ύπνο μου, στις λύπες μου και στις χαρές μου όλες;
    -Πάρ´ το κορούλα μου γλυκιά, παρ´το για σένα είναι!
    Με αγάπη σου το έφτιαξα να το χεις συντροφιά σου!
    Το παίρνει η κορούλα της, μ’ αγάπη τ’ αγκαλιάζει
    και μέσα στην αγκάλη της και την μανούλα βάζει!

  2. Ἔχει σχεδὸν ἐπικρατήσει ἡ φωτογραφία σου.
    Ἐξαπλώθηκε ὅπου βρῆκε ἄμαχη ἐπιφάνεια
    ἀποδεκατισμένη αἴσθηση πρόθυμη γιὰ γαλήνη.
    Ἀνεμίζει στῶν βλεμμάτων τὰ ὑψώματα
    ὄχι σὰν ἔθιμο ἀδρανὲς μελαγχολικὸ
    μὰ ὡς γενναῖος συκοφάντης τῆς ἀπώλειάς σου.
    Μέρα τὴ μέρα πείθει πῶς τίποτα δὲν ἄλλαξε
    ὅτι ἤσουν πάντα ἔτσι, ἀπὸ χαρτὶ
    ἐκ γενετῆς φωτογραφία σὲ συνάντησα
    ἀνέκαθεν πὼς ἔτσι σ᾿ ἀγαποῦσα

    Κική Δημουλά

    1. Τι δύναμη που μπορεί να έχει μια φωτογραφία…και πόσο δυνατό λόγο έχει αυτή η σπουδαία ποιήτρια!

  3. Δώρο ασημένιο ποίημα

    Ξέρω πως είναι τίποτε όλ’ αυτά και πως η γλώσσα
    που μιλώ δεν έχει αλφάβητο

    Aφού και ο ήλιος και τα κύματα είναι μια γραφή συλ-
    λαβική που την αποκρυπτογραφείς μονάχα στους και-
    ρούς της λύπης και της εξορίας

    Kι η πατρίδα μια τοιχογραφία μ’ επιστρώσεις διαδο-
    χικές φράγκικες ή σλαβικές που αν τύχει και
    βαλθείς για να την αποκαταστήσεις πας αμέσως φυλακή
    και δίνεις λόγο

    Σ’ ένα πλήθος Eξουσίες ξένες μέσω της δικής σου
    πάντοτε

    Όπως γίνεται για τις συμφορές

    Όμως ας φανταστούμε σ’ ένα παλαιών καιρών αλώνι
    που μπορεί να ‘ναι και σε πολυκατοικία ότι παίζουνε
    παιδιά και ότι αυτός που χάνει

    Πρέπει σύμφωνα με τους κανονισμούς να πει στους
    άλλους και να δώσει μιαν αλήθεια

    Oπόταν βρίσκονται στο τέλος όλοι να κρατούν στο χέρι
    τους ένα μικρό

    Δώρο ασημένιο ποίημα.

    Οδυσσέας Ελύτης

  4. Νίκος Καββαδίας «Mal du départ»

    Ο πόνο της φυγής (Mal du départ), η βαθιά επιθυμία και ανάγκη του ποιητικού υποκειμένου να ταξιδέψει σε μακρινά μέρη και να ζήσει μια ζωή γεμάτη περιπέτειες, απαλλαγμένη από τη ρουτίνα, συνιστά τη κεντρική θεματική του ποιήματος.

    Θα μείνω πάντα ιδανικός κι ανάξιος εραστής
    των μακρυσμένων ταξιδιών και των γαλάζιων πόντων,
    και θα πεθάνω μια βραδιά σαν όλες τις βραδιές,
    χωρίς να σχίσω τη θολή γραμμή των οριζόντων.

    Για το Μαδράς τη Σιγγαπούρ, τ’ Αλγέρι και το Σφαξ
    θ’ αναχωρούν σαν πάντοτε περήφανα τα πλοία,
    κι εγώ, σκυφτός σ’ ένα γραφείο με χάρτες ναυτικούς,
    θα κάνω αθροίσεις σε χοντρά λογιστικά βιβλία.

    Θα πάψω πια για μακρινά ταξίδια να μιλώ·
    οι φίλοι θα νομίζουνε πως τα ‘χω πια ξεχάσει,
    κι η μάνα μου, χαρούμενη, θα λέει σ’ όποιον ρωτά:
    « Ήταν μια λόξα νεανική, μα τώρα έχει περάσει…»

    Μα ο εαυτός μου μια βραδιά εμπρός μου θα υψωθεί
    και λόγο, ως ένας δικαστής στυγνός, θα μου ζητήσει,
    κι αυτό το ανάξιο χέρι μου που τρέμει θα οπλιστεί,
    θα σημαδέψει, κι άφοβα το φταίστη θα χτυπήσει.

    Κι εγώ, που τόσο επόθησα μια μέρα να ταφώ
    σε κάποια θάλασσα βαθιά στις μακρινές Ινδίες,
    θα ’χω ένα θάνατο κοινό και θλιβερό πολύ
    και μια κηδεία σαν των πολλών ανθρώπων τις κηδείες.

    Νίκος Καββαδίας, Μαραμπού, Αθήνα, Εκδόσεις Άγρα

  5. ΠΑΘΗ, Τίτος Πατρίκιος

    Ποιο πάθος λες;
    Αυτό ν’ αφήνεσαι ρευστός
    σε κάθε ερεθισμό του χώρου σου;
    Το πάθος ν’ απαντάς σα στρείδι;
    Το πάθος να παλεύεις με τα πάθη σου
    δε λογαριάζεις;
    Κι έπειτα
    για ποια λευτεριά του αδέσμευτου μιλάς;
    Μες στη σκλαβιά τη θέλω εγώ τη λευτεριά σου.
    Μες στη σκλαβιά, που για να καταλύσεις,
    αναγνωρίζεις πρώτα κι αποδέχεσαι.

    (“Αντιδικίες”, 1955)

  6. Πολύ ωραίες επιλογές ιδιαίτερα δυνατών ποιητικών δημιουργιών!

    Μοιράζομαι μαζί σας το παρακάτω:

    Εαρινή συμφωνία ΙΙ (Γιάννης Ρίτσος)

    Είχα κλείσει τα μάτια
    για ν’ ατενίζω το φως.

    Τυφλός.
    Είχα κάψει τη φλόγα
    για ν’ αναπνέω.

    Τις νύχτες
    αφουγκραζόμουν τους θρόους τής σιγής
    κ’ η ανάσα του χαμόγελου
    δε γνώριζε τη μετάνοια.

    Να δακρύζω
    πάνω στα διάφανα χέρια μου
    από μια διάφανη χαρά
    που δεν επιθυμεί.

    Όχι θωπεία. Όχι όνειρο.
    Πιο πέρα.
    Εκεί που καταλύεται τ’ όνειρο
    κι η φθορά έχει φθαρεί.

    Κ’ ήρθες εσύ.

    Γιάννης Ρίτσος

  7. Κι αν δεν μπορείς να κάμεις την ζωή σου όπως την θέλεις,
    τούτο προσπάθησε τουλάχιστον
    όσο μπορείς: μην την εξευτελίζεις
    μες στην πολλή συνάφεια του κόσμου,
    μες στες πολλές κινήσεις κι ομιλίες.

    Μην την εξευτελίζεις πηαίνοντάς την,
    γυρίζοντας συχνά κι εκθέτοντάς την
    στων σχέσεων και των συναναστροφών
    την καθημερινήν ανοησία,
    ως που να γίνει σα μια ξένη φορτική.

    Κ.Π. Καβάφης:” Όσο μπορείς”

    1. Ποίημα- Ευαγγέλιο, που θα έπρεπε να είναι αναρτημένο σε όλες τις σχολικές τάξεις!

  8. Δακρυσμένο πουλί,
    στην Κύπρο τη θαλασσοφίλητη
    που έταξαν* για να μου θυμίζει την πατρίδα,
    άραξα μοναχός μ’ αυτό το παραμύθι*,
    αν είναι αλήθεια πως αυτό είναι παραμύθι,
    αν είναι αλήθεια πως οι άνθρωποι δε θα ξαναπιάσουν
    τον παλιό δόλο των θεών·

    αν είναι αλήθεια
    πως κάποιος άλλος Τεύκρος, ύστερα από χρόνια,
    ή κάποιος Αίαντας ή Πρίαμος ή Εκάβη
    ή κάποιος άγνωστος, ανώνυμος, που ωστόσο
    είδε ένα Σκάμαντρο να ξεχειλάει κουφάρια,
    δεν το ‘χει μες στην μοίρα του ν’ ακούσει
    μαντατοφόρους* που έρχουνται να πούνε
    πως τόσος πόνος τόση ζωή
    πήγαν στην άβυσσο
    για ένα πουκάμισο αδειανό για μιαν Ελένη.

    (απόσπασμα, Γ. Σεφέρης) Λόγω της ημέρας. Χρόνια πολλά σε όσους γιορτάζουν

    1. Πόσες φορές έχουμε όλοι πει αυτόν τον στίχο: ” Για ένα πουκάμισο αδειανό για μιαν Ελένη” …

    1. Συγκλονιστική η Μάτση! Και οι φωτογραφίες της σαν τα ποιήματά της…

  9. Αν κάποτε στα σκαλιά ενός παλατιού, στο πράσινο γρασίδι μιας τάφρου, στη μουντή μοναξιά του δωματίου σου, ξυπνήσεις ξεμέθυστος πια, ρώτα τον άνεμο, ρώτα το κύμα, το πουλί, το ρολόι, κάθε τι που φεύγει, κάθε τι που στενάζει, κάθε τι που κυλάει, που τραγουδάει, που μιλάει· ρώτα τί ώρα είναι; Κι ο άνεμος, το κύμα, το άστρο, το πουλί, το ρολόι, θα σου απαντήσουν: Είναι η ώρα της μέθης! Για να γίνεις ο μαρτυρικός σκλάβος του χρόνου, μέθα· μέθα αδιάκοπα! Αλλά με τι; Με ρακή, με κρασί, με ποίηση, με αρετή… -Με ό,τι θέλεις, αλλά μέθα!…

    Μπωντλαίρ, Μέθα

Leave a Reply