Η ΠΕΙΘΩ ΣΤΟΝ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΛΟΓΟ
Έννοια Επιστημονικού λόγου:
Είναι λόγος με τον οποίο ο επιστήμονας προσπαθεί να αναφερθεί στα πράγματα (επιστημονικά ή όχι), να τα περιγράψει αντικειμενικά, να τα ερμηνεύσει, να μας πείσει ή να μας μεταπείσει ως προς την αντίληψη που έχουμε γι’ αυτά.
Ο χαρακτήρας του επιστημονικού λόγου
Ο επιστημονικός λόγος μπορεί να είναι:
- Περιγραφικός. Η περιγραφή είναι η αναπαράσταση με το λόγο ενός αντικειμένου, δηλαδή η έκθεση εκείνων των γνωρισμάτων του με τα οποία μπορεί κάποιος να σχηματίσει μια εικόνα γι’ αυτό, ακόμα και όταν το αντικείμενο αυτό είναι μακριά από την εποπτεία του.
Παράδειγμα:
Το οικοδόμημα έχει κατασκευασθεί κυρίως από πεντελικό μάρμαρο και χωρίζεται σε τρία τμήματα. Το κεντρικό ορθογώνιο τμήμα είναι το κυρίως πρόπυλο. Στην ανατολική και δυτική όψη έχει δύο εξάστυλες στοές δωρικού ρυθμού, μεταξύ των οποίων παρεμβάλλεται εγκάρσιος τοίχος με πέντε θύρες. Η δίοδος προς την Ακρόπολη γινόταν από την κεντρική θύρα, που πλαισιώνεται, μεταξύ της δυτικής στοάς και του εγκάρσιου τοίχου, από τρεις κίονες ιωνικού ρυθμού σε κάθε πλευρά. Το κεντρικό οικοδόμημα ακολουθούσε την ανωφέρεια του εδάφους και η ανατολική στοά βρισκόταν ψηλότερα από τη δυτική, το ίδιο και η αετωματική στέγη, ενώ τα δύο πλευρικά οικοδομήματα ήταν χαμηλότερα. Το πρόβλημα της ανωφέρειας του εδάφους αντιμετωπιζόταν και στο εσωτερικό του κτηρίου, με βαθμίδες που υπήρχαν στην πρόσοψη και στον εγκάρσιο τοίχο. Η βόρεια πτέρυγα των Προπυλαίων αποτελείται από ένα δωμάτιο, γνωστό από την περιγραφή του περιηγητή Παυσανία ως Πινακοθήκη (1.22.6), επειδή η αίθουσα ήταν κοσμημένη με ζωγραφικούς πίνακες, ανάμεσα στους οποίους και έργα των ζωγράφων Πολυγνώτου και Αγλαοφώντος. Μπροστά του έχει μία μικρή δωρική στοά από τρεις κίονες και η είσοδος σε αυτό γινόταν από πόρτα που πλαισιώνεται από δύο παράθυρα. Σύμφωνα με ορισμένους μελετητές, η αίθουσα αυτή ήταν χώρος ανάπαυσης ή εστιάσεων των επισκεπτών της Ακρόπολης και στο εσωτερικό της πιθανολογείται ότι υπήρχαν κλίνες. Η νότια πτέρυγα των Προπυλαίων αρχικά φαίνεται να σχεδιάσθηκε όμοια με τη βόρεια, η ύπαρξη, όμως, του προγενέστερου ιερού της Νίκης ανάγκασε τον αρχιτέκτονα να μην υλοποιήσει το αρχικό σχέδιο. Για το λόγο αυτό κατασκευάσθηκε μόνο μία στοά, σε αντιστοιχία με τη βόρεια, αποτελούμενη από τρεις κίονες. Από τη δυτική πλευρά της ήταν δυνατή η πρόσβαση στο ναό της Αθηνάς Νίκης. Το αρχικό σχέδιο του οικοδομήματος φαίνεται ότι προέβλεπε την κατασκευή πλευρικών δωματίων και στην ανατολική πλευρά, αυτά, όμως, δεν κατασκευάσθηκαν ποτέ.
- Ερμηνευτικός. Ο λόγος αυτός προσπαθεί να ερμηνεύσει πώς λειτουργεί ένα μηχάνημα ή ένα αντικείμενο γενικότερα, ή ποιό είναι το περιεχόμενο μιας έννοιας, κ.τ.λ.
Παράδειγμα:
Δυσλεξία είναι με απλά λόγια μια απροσδόκητη αποτυχία ή πολύ χαμηλή επίδοση στην ανάγνωση και τη γραφή, που δε δικαιολογεί η ηλικία, οι εκπαιδευτικές ευκαιρίες και το νοητικό επίπεδο του παιδιού. Είναι μια μαθησιακή δυσκολία που εξακολουθεί να προκαλεί διαφωνίες, αμφιβολίες και σύγχυση λόγω κυρίως της ελλειπούς γνώσης των αιτιών που τη δημιουργούν. Μια δυσκολία που συνεπάγεται προβλήματα εκπαιδευτικά, ψυχολογικά και κοινωνικά που επηρεάζουν κάθε πλευρά της προσωπικότητας και της εξέλιξης του παιδιού. Είναι ένα πρόβλημα που δυσκολεύονται πολύ να κατανοήσουν και συνεπώς να δεχτούν και σωστά να το αντιμετωπίσουν οι γονείς, οι δάσκαλοι και ιδιαίτερα οι εκπαιδευτικοί της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
- Αποδεικτικός. Ο λόγος αυτός αποδεικνύει πως κάτι είναι έτσι και όχι αλλιώς. Ότι κάτι είναι σωστό ή λανθασμένο. Η πειθώ σχετίζεται κυρίως με αυτή τη μορφή του επιστημονικού λόγου.
Παράδειγμα:
Η εφηβεία χαρακτηρίζετε ως μια περίοδος αλλαγών η οποία σηματοδοτεί τη μετάβαση από την παιδική ηλικία στην ενηλικίωση. Οι εμφανείς σωματικές αλλαγές συνοδεύονται από την αναζήτηση της ταυτότητας και την ένταξη στο κοινωνικό σύνολο και τη κοινωνική πραγματικότητα. Το άγχος, η ανάγκη για κατανόηση, η δυσκολία διαμόρφωσης της ταυτότητας και η περιπλοκότητα της δημιουργίας σχέσεων δεν είναι κάτι εύκολο για τα παιδιά που περνούν την εφηβεία. Το διαδίκτυο, με τις απεριόριστες πιθανότητες, προσφέρει στους έφηβους μια διέξοδο για να καλύψουν τις όποιες δυσκολίες αντιμετωπίζουν στην καθημερινότητα. Έρευνες ανά τον κόσμο έχουν υποδείξει ότι η προσκόλληση με το διαδίκτυο αποτελεί μια υπάρχουσα πραγματικότητα, η οποία εντοπίζεται κυρίως στον εφηβικό πληθυσμό. Έρευνες στον ελληνικό εφηβικό πληθυσμό υποδεικνύουν ότι 1% από τους εφήβους της Αττικής παρουσίαζαν υπερβολική χρήση διαδικτύου («εθισμός») και 12,8% παρουσίαζαν περιοδικά ή συχνά προβλήματα σχετικά με την κατάχρηση διαδικτύου (κατάσταση πριν το «εθισμό»).
Τρόποι / μέσα πειθούς στον επιστημονικό λόγο
Ο επιστημονικός λόγος, επειδή στοχεύει στην αντικειμενική αλήθεια, δηλαδή αυτή που δεν επιδέχεται αμφισβήτηση, αλλά εδραιώνεται από τους κανόνες του ορθού λόγου, δεν μπορεί παρά να απευθύνεται στη λογική. Πρόκειται για κείμενα που συντάσσονται από ειδικούς και έχουν στόχο να ερμηνεύσουν ή να περιγράψουν ή να πείσουν για ένα θέμα με βάση τη λογική.
Επίκληση στη λογική με
Επιχειρήματα : Λογικοί συλλογισμοί με βάση επιστημονική μεθοδολογία.
Τεκμήρια : Πορίσματα ερευνών, στατιστικά στοιχεία.
Επίκληση στην Αυθεντία: Παραπομπές σε απόψεις ειδικών, σε βιβλιογραφία.
Χαρακτηριστικά του επιστημονικού λόγου
- Αντικειμενικότητα → Αποδίδεται η πραγματικότητα πιστά, χωρίς υποκειμενικές εκτιμήσεις.
- Αποδεικτικότητα → Οι απόψεις στηρίζονται σε λογική επιχειρηματολογία. (δομικά στοιχεία αποδεικτικού συλλογισμού :οι προκείμενες οδηγούν σε βέβαιο/λογικό συμπέρασμα.
- Αυστηρά λογική οργάνωση → Παρουσιάζεται αρχικά η βασική θέση και ύστερα αναλύεται και αιτιολογείται.
- Αναφορική λειτουργία γλώσσας → Κυριολεξία – δήλωση με στόχο το περιεχόμενο και όχι τον εντυπωσιασμό και τη συναισθηματική φόρτιση.
- Ειδική ορολογία → Λεξιλόγιο που συνδέεται αποκλειστικά με τη συγκεκριμένη επιστήμη.
- Παραπομπή σε βιβλιογραφία → Αναφορά σε βιβλία, έργα ή απόψεις άλλων ειδικών σχετικών με το συγκεκριμένο θέμα.
- Συνοχή μεταξύ των ιδεών και αλληλουχία νοημάτων.
- ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΑ ΑΡΘΡΑ: Ειδική κατηγορία άρθρων αποτελούν αυτά που συναντώνται στον επιστημονικό χώρο. Πρόκειται για επιστημονικά άρθρα που δημοσιεύονται σε επιστημονικά περιοδικά, απευθύνονται σε κοινό με ειδικές γνώσεις και αποβλέπουν στην παρουσίαση των νέων επιστημονικών ανακαλύψεων, στην παρακολούθηση των εξελίξεων σε διάφορους τομείς της επιστήμης, στην προώθηση του επιστημονικού διαλόγου, στην ενημέρωση για τις κατευθύνσεις της επιστημονικής έρευνας. (Γνωρίσματα επιστημονικού κειμένου: προσεκτική τεκμηρίωση μιας άποψης με έγκυρα επιστημονικά δεδομένα, κριτική στάση απέναντι στη σχετική βιβλιογραφία, επιδίωξη αντικειμενικότητας, σαφήνεια και ακρίβεια στη διατύπωση, αυστηρή λογική οργάνωση, ειδικό λεξιλόγιο)
ΔΟΚΙΜΙΟ
- ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟ ΔΟΚΙΜΙΟ: Δοκίμιο είναι ένα είδος γραπτού λόγου με το οποίο έχουν ασχοληθεί διακεκριμένοι άνθρωποι των γραμμάτων, των τεχνών και της επιστήμης. Ειδικότερα, δοκίμιο (δοκιμή, προσπάθεια) είναι ένα είδος πεζού λόγου, με μέση συνήθως έκταση, σε αντιδιαστολή προς τις τυπικές, πλήρεις και εξαντλητικές μελέτες. Σύμφωνα με τον Ε. Παπανούτσο είναι ένα «σύντομο, γρήγορα γραμμένο, ευπρόσιτο στο πλατύ κοινό κείμενο, που αποτελεί μια απόπειρα να προσεγγίσει κανείς σε αρκετό βαθμό ένα θέμα κριτικής, επιστήμης, τέχνης, ηθών κ.ά. με γνώση και καλλιέπεια, χωρίς να το εξαντλεί».
- Θεματολογία: Ο δοκιμιογράφος άλλοτε εκφράζει τις παρατηρήσεις, τις σκέψεις και τα συναισθήματά του για τη ζωή ή περιπλανιέται ελεύθερα στο χώρο των ιδεών, που προέρχονται από τα γενικότερα πνευματικά του εφόδια και από τη διανοητική και αισθητική του καλλιέργεια, και άλλοτε προσπαθεί να αναλύσει και να ερμηνεύσει, εκλαικεύοντας πολλές φορές, θέματα αισθητικής, ηθικής, κοινωνικής, πολιτικής, φιλοσοφικής, φιλολογικής, λογοτεχνικής, ιστορικής φύσης, ακόμη και επιστημονικά.
- Γραμματολογική ένταξη του δοκιμίου: Οι παραπάνω ιδιότητες του δοκιμίου και η ποικιλία των μορφών του δείχνουν πόσο ρευστά είναι τα όριά του και πόσο επισφαλής κάθε προσπάθεια να περιχαρακωθεί μέσα σ’ έναν ορισμό. Το βέβαιο είναι ότι έχει ασαφή χαρακτήρα και άλλοτε προσεγγίζει τη λογοτεχνία και άλλοτε την επιστήμη ή τη φιλοσοφία. (Κι αυτό γιατί άλλοτε χαρακτηρίζεται από την υποκειμενική προσέγγιση του θέματος, το συνειρμικό ξετύλιγμα των ιδεών, τη συγκινησιακή και λογοτεχνική χρήση της γλώσσας, τη συμβολική γραφή και την επιδίωξη της αισθητικής τέρψης -λογοτεχνικές δηλαδή στρατηγικές- και άλλοτε από την αντικειμενική εξέταση του θέματος, την αυστηρή αλληλουχία του λόγου, τη λογική χρήση της γλώσσας και την επιδίωξη της πληροφόρησης και της πειθούς.) Γενικότερα, βασικό γνώρισμα του δοκιμίου είναι η ελεύθερη έκφραση προσωπικών απόψεων. Ο δοκιμιογράφος περιδιαβάζει στο χώρο των ιδεών με σκοπό όχι τόσο να δώσει οριστικές απαντήσεις στα προβλήματα που τον απασχολούν, αλλά να θέσει νέα ερωτήματα, να εισαγάγει πρόσθετους προβληματισμούς και να φωτίσει άγνωστες πτυχές. Επομένως, ο λόγος του δεν έχει το βαθμό αντικειμενικότητας της επιστημονικής μελέτης, αλλά ούτε και το βαθμό υποκειμενικότητας του λογοτεχνικού κειμένου.
- Είδη δοκιμίου:
- Αποδεικτικό / δοκίμιο πειθούς
- Στοχαστικό / φιλοσοφικό δοκίμιο
- Το δοκίμιο ως γέφυρα επικοινωνίας διανοούμενων και κοινού: Βασική αρετή του δοκιμίου είναι η ικανότητά του να απευθύνεται στο ευρύ κοινό και να αποτελεί τη γέφυρα επικοινωνίας του με το χώρο των ιδεών, δίχως να οδηγεί στην απλουστευτική εκλαίκευση. Αυτό πετυχαίνεται με την απλότητα, τη σαφήνεια της γλώσσας, την καλαισθησία και την επιμέλεια της έκφρασης, τη φυσικότητα και αμεσότητα του λόγου, το ζωηρό και θερμό ύφος γραφής, την απλοποιημένη απόδοση της θεωρητικής γνώσης, την επίκληση των δεδομένων της καθημερινής εμπειρίας και τη συχνή χρήση παραδειγμάτων.
- Ο διδακτικός χαρακτήρας του δοκιμίου: Συνήθης στόχος των δοκιμιογράφων είναι και η διδαχή, δεδομένου ότι ο λόγος τους είναι και αξιολογικός και αναφέρεται στην επιδίωξη αλλαγής ή βελτίωσης της ανθρώπινης στάσης γύρω από το ζήτημα που κάθε φορά αναλύεται. Άλλωστε, και η ίδια η φύση των εξεταζόμενων θεμάτων (κοινωνικά προβλήματα με ηθικές διαστάσεις) επιφέρει την ανάγκη της αξιολογικής προσέγγισης και ενισχύει το διδακτικό της χαρακτήρα. Ωστόσο, ο διδακτικός χαρακτήρας του δοκιμιακού λόγου δεν ομοιάζει με το διδακτικό χαρακτήρα των κατεξοχήν διδακτικών ειδών (εκκλησιαστική ρητορική…). Η διαφορά έγκειται στο βαθμό και στα μέσα υλοποίησης της διδακτικής πρόθεσης: στο δοκιμιακό λόγο η πρόθεση αυτή δεν είναι η κυρίαρχη και η υλοποίησή της συντελείται με έμμεσο τρόπο, με λογικά κυρίως μέσα και υπό τη μορφή επισημάνσεων. Αντίθετα, ο καθαρά διδακτικός λόγος διακρίνεται για τη σωφρονιστική του πρόθεση και η υλοποίησή της συντελείται με άμεσο τρόπο, με συναισθηματικά κυρίως μέσα και υπό τη μορφή υποδείξεων.
- Η πειθώ στο δοκίμιο: Όταν ο δοκιμιογράφος προσεγγίζει ένα θέμα που τον ενδιαφέρει, συνήθως εκθέτει, διασαφηνίζει και υποστηρίζει τις ιδέες του, χρησιμοποιώντας επιχειρήματα, τεκμήρια και παραδείγματα. Επιχειρεί δηλαδή να ερμηνεύσει ένα φαινόμενο και καταλήγει σε κάποιες προτάσεις για την αντιμετώπιση ενός προβλήματος. Μπορούμε επομένως να πούμε ότι έχει την πρόθεση να περάσει στον αναγνώστη κάποιες προσωπικές απόψεις και να τον πείσει και το δοκίμιό του να το χαρακτηρίσουμε αποδεικτικό. Σε κάθε δοκίμιο, άλλωστε, ακόμη και σε αυτά που δεν έχουν αποδεικτικό χαρακτήρα, μπορούμε να διακρίνουμε μια απόπειρα πειθούς, αφού το δοκίμιο αποτελεί ένα είδος ιδεολογικής κατάθεσης του συγγραφέα για διάφορα επίμαχα θέματα.
- Ο δοκιμιακός λόγος λοιπόν συχνά μετέρχεται τις οικείες μεθόδους (επίκληση στη λογική, στο συναίσθημα…) και μέσα πειθούς (επιχειρήματα, τεκμήρια), χωρίς όμως να αποβλέπει στον εύκολο και άμεσο επηρεασμό του αναγνώστη, όπως συνήθως συμβαίνει στη ρητορική (πολιτική, εκκλησιαστική…). Το δοκίμιο έχει σαν πρώτο και τελικό στόχο να βαθαίνει τη δυνατότητα του προβληματισμού μας. Με αυτή την έννοια μπορούμε να πούμε ότι το δοκίμιο είναι ένα είδος διδακτικό. Όταν λέμε ότι το δοκίμιο μας διδάσκει, εννοούμε ότι μας ενημερώνει, μας πληροφορεί, πλουτίζει τις γνώσεις μας, οξύνει την κρίση μας, καλλιεργεί την ευαισθησία μας. Επομένως, δεν πρέπει να εξομοιώνουμε ένα δοκίμιο με μια διδασκαλία ή διδαχή στις οποίες υπάρχει μια καθαρά σωφρονιστική πρόθεση (βλέπε και παραπάνω: ο διδακτικός χαρακτήρας του δοκιμίου).
- Όχι μόνο ο διδακτισμός αλλά και ο δογματισμός φαίνεται ότι δεν ταιριάζει στο δοκίμιο. Ο ίδιος ο όρος «δοκίμιο/δοκιμές» σημαίνει ότι τίποτα δεν είναι τετελεσμένο, αλλά ότι όλα βρίσκονται σε εξέλιξη, πράγμα που αποκλείει κάθε δογματισμό και επιτρέπει αλλαγή στις κατευθύνσεις και τις απόψεις μας. Επομένως, όχι οριστικά συμπεράσματα, αλλά προβληματισμοί, στοχασμοί, θέσεις και στάσεις, που όχι μόνο δεν εξαντλούν το θέμα αλλά και ενδέχεται αργότερα να μεταβληθούν, αποτελούν συνήθως την ύλη του δοκιμίου.
Η γλώσσα του δοκιμίου
- Η γλώσσα του δοκιμίου υπακούει σε εντολές μιας λογιότερης γραμματικής, της γραμματικής που διέπει γενικά τον επιστημονικό ή το στοχαστικό λόγο. (Πάντως, ανάλογα με τον αποδεικτικό ή το στοχαστικό χαρακτήρα του δοκιμίου, η γλώσσα του προσιδιάζει άλλοτε στον επιστημονικό και άλλοτε στον λογοτεχνικό λόγο. Στην πρώτη περίπτωση κυριαρχεί η αναφορική λειτουργία της γλώσσας και στη δεύτερη συναντώνται στοιχεία ποιητικής και συγκινησιακής χρήσης της.) Επίσης, εύκολα μπορεί κανείς να επισημάνει διάφορες τεχνικές ομαλής ή φυσικής μετάβασης και συνοχής (συνεκτικά μόρια και εκφράσεις, φράσεις – γέφυρες).
- Μπορεί ακόμη να ξεχωρίσει άλλα εκφραστικά μέσα που χαρακτηρίζουν έναν περισσότερο επιστημονικό λόγο (εκφράσεις που φανερώνουν μια στάση του συγγραφέα απέναντι στο θέμα –πιθανώς, ενδεχομένως, βεβαίως…- ή φανερώνουν την οπτική του γωνία για τα γραφόμενα –κοινωνικά, πολιτικά, νομικά…-). Ως προς τη σύνταξη έχει κανείς να προσέξει την περισσότερο σύνθετη δομή των προτάσεων (υποτακτική σύνταξη, μακροπερίοδος λόγος), ενώ από την άλλη ο μέσος αναγνώστης οφείλει να εξοικειωθεί και με το σε μεγάλη έκταση αφηρημένο λεξιλόγιο του δοκιμίου. Παράλληλα, ωστόσο, διακρίνουμε συχνά στο δοκίμιο μια προφορικότητα στην έκφραση και κάποια οικειότητα στο ύφος, χαρακτηριστικά που οφείλονται στη διάθεση του δοκιμιογράφου να επικοινωνήσει άμεσα με τον αναγνώστη.
Η συχνότητα, πάντως, με την οποία παρουσιάζονται τα παραπάνω γενικά χαρακτηριστικά ποικίλλει ανάλογα με το ύφος που υιοθετεί κάθε δοκιμιογράφος. Έτσι, ενώ άλλα δοκίμια έχουν επιστημονική και λογοκρατική διατύπωση, κάποια άλλα έχουν μία μάλλον λογοτεχνική διατύπωση και στα κείμενά τους αφθονούν οι εικονικές και μεταφορικές εκφράσεις.
Η οργάνωση του δοκιμίου
- Το δοκίμιο παρουσιάζει μια ποικιλία μορφών ως προς την οργάνωση. Έτσι, άλλα δοκίμια έχουν αυστηρότερη λογική οργάνωση, ενώ άλλα έχουν πιο ελεύθερη και σε άλλα πάλι η οργάνωση είναι μάλλον συνειρμική.
- Τα δοκίμια που οργανώνονται λογικά προσεγγίζουν περισσότερο τον επιστημονικό λόγο και έχουν συνήθως αποδεικτικό χαρακτήρα. Ο συγγραφέας εκθέτει στον πρόλογο το θέμα, προσπαθώντας να προκαλέσει το ενδιαφέρον του αναγνώστη και συνεχίζει εκθέτοντας την κατευθυντήρια ή κύρια ιδέα που αποτελεί και τη θέση του πάνω στο θέμα. Στο κύριο μέρος ο συγγραφέας προσκομίζει το υλικό που διαθέτει για να διασαφηνίσει την κύρια ιδέα ή να αποδείξει τη θέση που διατύπωσε στον πρόλογο. Στον επίλογο παρουσιάζει συμπυκνωμένα ό,τι έχει αποδείξει ή επανεκθέτει την αρχική του θέση. Αν έχει αποδείξει πειστικά το θέμα του, η θέση θα έχει πάρει καινούριο νόημα για τον αναγνώστη.
- Τα δοκίμια που έχουν πιο ελεύθερη οργάνωση (δοκίμια στοχασμού) προσεγγίζουν περισσότερο τη λογοτεχνία και η δομή τους δεν καθορίζεται από τη σχέση απόδειξης ανάμεσα στη θέση του συγγραφέα και την υποστήριξη αυτής της θέσης. Υπάρχει ένα κεντρικό θέμα με το οποίο οι επιμέρους ιδέες συνδέονται περισσότερο ή λιγότερο συνειρμικά. Ο συγγραφέας περιδιαβάζει ελεύθερα στο χώρο των ιδεών. Διαβάζοντας ένα τέτοιο δοκίμιο προσέχουμε περισσότερο την ύφανση του λόγου παρά τη λογική που διέπει τη δομή του κειμένου ως συνόλου. Με την ανάγνωση ενός τέτοιου δοκιμίου νιώθουμε εμπλουτισμένοι σε ανιχνεύσεις και σε προβληματισμό, χωρίς να έχουμε αναγκαστικά επισημάνει ένα καθαρό διάγραμμά του.
Άρθρο και δοκίμιο
- Το άρθρο έχει επικαιρικό χαρακτήρα, δηλαδή αφορμάται πάντα από ένα επίκαιρο γεγονός το οποίο σχολιάζει και ερμηνεύει. Το δοκίμιο από την άλλη πλευρά δεν έχει επικαιρικό χαρακτήρα. Ακόμη και όταν αφορμάται από κάποιο σύγχρονο γεγονός, ανάγεται στο μόνιμο και γενικό (διαχρονικός χαρακτήρας).
- Είδαμε εξάλλου ότι το δοκίμιο χαρακτηρίζεται «υβρίδιο» γιατί κινείται ανάμεσα στην επιστήμη ή στη φιλοσοφία και στη λογοτεχνία. Η σύνταξή του είναι λιγότερο ελεύθερη από εκείνη του λογοτεχνήματος, αλλά πιο προσωπική από εκείνη της πληροφοριακής ανακοίνωσης. Το άρθρο αντίθετα έχει πιο ξεκάθαρο χαρακτήρα. Απέχει σαφώς από τη λογοτεχνία και κινείται στο χώρο της ερμηνευτικής δημοσιογραφίας ή της επιστήμης. Για το λόγο αυτό στο άρθρο επικρατεί η αναφορική λειτουργία της γλώσσας, κάτι που δε συμβαίνει σε όλα τα δοκίμια. Μάλιστα η οργάνωση των ιδεών είναι κυρίως λογική στο άρθρο, ενώ στο δοκίμιο μπορεί να είναι και συνειρμική.
- Επιπλέον, το άρθρο δεν έχει, συνήθως, τον προσωπικό και οικείο τόνο που χαρακτηρίζει το δοκίμιο.
- Μία ακόμη διαφορά του άρθρου από το δοκίμιο είναι η έκταση. Το άρθρο είναι συνήθως συντομότερο από το δοκίμιο.
- Τέλος, επιδίωξη του αρθρογράφου είναι κατά κύριο λόγο η πληροφόρηση και η πειθώ, ενώ επιδίωξη του δοκιμιογράφου μπορεί να είναι και η τέρψη ή η ελεύθερη περιδιάβαση στο χώρο των ιδεών και άρα ο χαρακτήρας του κειμένου του μπορεί να είναι και στοχαστικός.
Πρέπει ωστόσο να προσθέσουμε ότι η διάκριση ανάμεσα στα δύο είδη δεν είναι πάντα εύκολη. Ένα κείμενο που δημοσιεύεται ως άρθρο μπορεί κάποτε, χάρη στον εννοιολογικό εξοπλισμό του και την υφολογική επεξεργασία του και κυρίως χάρη στον πλούτο των αναφορών του που ξεπερνούν το επικαιρικό γεγονός, να θεωρηθεί δοκίμιο.
Επιφυλλίδα
- Η επιφυλλίδα είναι ένας τύπος κειμένου που αναφέρεται σε διάφορα θέματα φιλολογικά, επιστημονικά, κοινωνικά, καλλιτεχνικά…και γράφεται από πρόσωπο ειδικό στο θέμα. Δημοσιεύεται σε εφημερίδα σε ορισμένη θέση και χωρίζεται συνήθως από την υπόλοιπη ύλη με ολοσέλιδη ή μικρή γραμμή. Στο παρελθόν η θέση αυτή ήταν κατά κανόνα στο κάτω άκρο της σελίδας, αλλά στην εποχή μας η θέση της επιφυλλίδας ποικίλλει από εφημερίδα σε εφημερίδα. Ο επιφυλλιδογράφος μπορεί να ξεκινήσει από ένα επίκαιρο θέμα, αλλά δε μένει προσκολλημένος στο επίκαιρο. Προχωρεί σε σκέψεις και παρατηρήσεις διαχρονικού χαρακτήρα και γενικότερου ενδιαφέροντος. Πάντως, η επιφυλλίδα σε άλλα λεξικά χαρακτηρίζεται ως «κείμενο δοκιμιακού χαρακτήρα» και σε άλλα ως «άρθρον δημοσιεύομενον εις το κάτω άκρον των εφημερίδων…». Γενικότερα, τα όρια ανάμεσα στην επιφυλλίδα και το άρθρο – δοκίμιο δεν είναι πάντα ευδιάκριτα. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η επιφυλλίδα είναι ένα είδος σύντομου άρθρου μη ειδησεογραφικού περιεχομένου. Η ανάπτυξή της μπορεί άλλοτε να προσλάβει στοχαστικό και άλλοτε αποδεικτικό χαρακτήρα και όταν ο συντάκτης της εμμένει στο σχολιασμό της επικαιρότητας, τότε το κείμενό του προσιδιάζει σε άρθρο, ενώ, όταν απομακρύνεται από την επικαιρότητα, τότε προσομοιάζει σε δοκίμιο. Ο όρος επιφυλλίδα είχε στο παρελθόν και μια δεύτερη σημασία. Επιφυλλίδα ονομαζόταν και ένα λαικό ανάγνωσμα, συνήθως μυθιστόρημα, που δημοσιευόταν τμηματικά, σε συνέχειες στην εφημερίδα.
ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΚΕΙΜΕΝΙΚΟΥ ΕΙΔΟΥΣ
Λέγοντας δοκίμιο εννοούμε το είδος λόγου το οποίο έχει τόσο επιστημονικά όσο και λογοτεχνικά χαρακτηριστικά. Αν πλεονεκτούν τα λογοτεχνικά χαρακτηριστικά το δοκίμιο λέγεται στοχαστικό. Αν πλεονεκτούν τα επιστημονικά χαρακτηριστικά το δοκίμιο λέγεται αποδεικτικό. Όλα τα δοκίμια είναι σύντομα κείμενα, φέρουν τίτλο και πραγματεύονται το θέμα τους διαχρονικά, χωρίς αφόρμηση από συγκεκριμένο επίκαιρο γεγονός.
Αποδεικτικό (πειθούς) | Στοχαστικό (στοχασμού) | |
Στόχος |
Έχει ως στόχο την πειθώ
(καταλήγει σε μία θέση/συμπέρασμα) Θέση |
ελεύθερη εξομολόγηση (Δεν ενδιαφέρεται να πείσει κάποιον) θέμα |
Σκοπιά |
Αντικειμενική σκοπιά (κυριαρχία γ’προσώπου)
Γ πρόσωπο |
Υποκειμενική σκοπιά (κυριαρχία α’ενικού) Α ενικό πρόσωπο |
Οργάνωση |
Λογική οργάνωση (πρόλογος, κύριο θέμα, επίλογος)
Συνοχή + Συνεκτικότητα. Πρόλογος-κυρίως μέρος –επίλογος αν υπάρχουν και δύο σημεία με συνοχή –συνεκτικότητα. |
Συνειρμική οργάνωση. Μεταβαίνει από το ένα θέμα στο άλλο χωρίς αυστηρές λογικές συνδέσεις. Δύο σημεία όπου γίνεται συνειρμική, χωρίς αυστηρό λογικό ειρμό μετάβαση σε άλλο θέμα |
Τρόποι πειθούς |
Επίκληση στη λογική/επίκληση στο συναίσθημα. Από ένα μέσο για κάθε επίκληση. Στη λογική οπωσδήποτε επιχείρημα. |
Δεν είναι κύριος σκοπός του συγγραφέα η πειθώ. Αν ο αναγνώστης ταυτισθεί με τις απόψεις του συγγραφέα ,αυτό θα συμβεί λόγω της έντονα συναισθηματικής χρήσης της γλώσσας.
Δύο μέσα επίκλησης στο συναίσθημα |
Γλώσσα/ ύφος |
Αναφορική και ποιητική λειτουργία γλώσσας .
Δύο σημεία από το καθένα |
Σχεδόν πλήρως ποιητική λειτουργία γλώσσας.
3-4 σημεία. |
Να εντοπίσετε τα χαρακτηριστικά του στοχαστικού δοκιμίου στο παρακάτω δοκίμιο.
1 | Τούτες τις μέρες, σε μια μουντή αίθουσα αναμονής, βρέθηκε τυχαία στα χέρια μου ένα αμερικάνικο εικονογραφημένο πλατιάς κυκλοφορίας. Σκόνταψα σε μια έγχρωμη ολοσέλιδη διαφήμισή του: παράσταινε τη δυτική πρόσοψη του Παρθενώνα. Στη δεξιά γωνιά της ζωγραφιάς, παράμερα, σαν αφηρημένη οπτασία, δυο νεαροί τουρίστες ακουμπούσαν, μπροστά σε δυο γεμάτα ποτήρια, σ' ένα σπόνδυλο κολόνας που τους χρησίμευε για τραπεζάκι. Τούτη η ρεκλάμα διατυμπάνιζε: "Όσο περισσότερα ξέρετε για την αρχαία αρχιτεκτονική, τόσο περισσότερο σας αρέσει η Ακρόπολη" ("The more you know about ancient architecture the more you like the Acropolis"). Σκοπός αυτής της σκηνοθεσίας ήταν η διάδοση ενός αγγλοσαξονικού ποτού.
|
2 | Δεν είμαι ζηλωτής της σύγχρονης "τουριστοκρατίας" που θαμπώνει τα χρόνια μας, αλλά τη στιγμή που συλλογίζομαι μια εργασία που, δίκαια νομίζω, φιλοδοξεί να αποτελέσει αξιόλογη συνεισφορά στην πλατύτερη γνώση των αρχαίων μνημείων μας, αυτούς τους "συνδετικούς κρίκους των παλαιών με τους σημερινούς", δεν εδυσκολεύτηκα να σημειώσω το παραπάνω περιστατικό. Δείχνει, αλήθεια, σε τι απόσταση βρίσκεται το σημερινό παρόν, αυτό που απορροφούμε με όλους τους πόρους του κορμιού μας, από εκείνα τα βαθιά περασμένα.
"Όσο περισσότερα ξέρετε για την αρχαία αρχιτεκτονική . . .". |
3 | Δεν ξέρω καθόλου τι θα κέρδιζε η απόλαυση στην Ακρόπολη των δύο αυτών νεαρών, αν αδειάζαμε ξαφνικά στο κεφάλι τους λίγες κάπως πιο ειδικές, αλλ΄ αρκετά γνωστές, αρχιτεκτονικές λεπτομέρειες. Ότι λ.χ. δεν υπάρχει στον Παρθενώνα ούτε μια πραγματικά ευθεία γραμμή• ότι ο παραλληλεπίπεδος, όπως μας φαίνεται, τούτος ναός, αν τον προεκτείναμε από το έδαφος ένα ή δύο χιλιόμετρα, θα έπαιρνε την όψη πυραμίδας• ότι όλες αυτές και άλλες λεπτότητες, αδιόρατες για μας (χρειάστηκαν οι σημερινοί να κάμουν προσεκτικές καταμετρήσεις για να τις εξακριβώσουν), ήταν ωστόσο ορατές για τα μάτια των ανθρώπων των καιρών εκείνων. Έτσι, πολύ το φοβούμαι, η διαφήμιση που κέντρισε την προσοχή μου, πρέπει να μη σημαίνει πραγματικά τίποτε άλλο παρά κάποιας λογής δεισιδαιμονία της τεχνοκρατικής εποχής μας, που σπρώχνει τον άνθρωπο να συσσωρεύει πληροφορίες και λεπτομέρειες, λίγο-πολύ ασύνδετες, πάνω στο καθετί.
|
4 | Και αναρωτιέμαι μήπως δε με συγκινούν περισσότερο άνθρωποι άλλων χρόνων, που οι γνώσεις τους μπορεί να έφερναν σήμερα θυμηδία, αλλά που είχαν αισθήσεις πιθανότατα πιο κοντά στην ισορροπία που θα λαχταρούσα να έβλεπα κάπου - κάπου στις ψυχές των τριγυρινών μου.
|
5 | Ο ένας που έτυχε να έχω στο νου, είναι ένας αγράμματος Έλληνας των αρχών του περασμένου αιώνα. Τα λιγοστά γράμματα που ήξερε, τα είχε μάθει στα τριανταπέντε του χρόνια για να γράψει Απομνημονεύματα, πασίγνωστα σήμερα. Μιλά, καθώς το σημειώνει, σε κάτι στρατιώτες, προς το τέλος της Ελληνικής Επανάστασης, που γύρευαν να πουλήσουν σε "Ευρωπαίους" δύο αρχαία αγάλματα• τους λέει: "Αυτά, και δέκα χιλιάδες τάλαρα να σας δώσουνε, να μην το καταδεχτείτε να βγουν από την πατρίδα μας. Γι' αυτά πολεμήσαμε". Μνημόνευα τον Μακρυγιάννη (Β΄ 303). Τα λόγια του δεν είναι ρητορείες σοφολογιότατου. Λέγουνται από έναν άνθρωπο που ήξερε, καθώς το μαρτυρά η ζωή του και το βάρος της λαλιάς και το βάρος του πόνου.
|
6 | Ο άλλος είναι ένας μωαμεθανός ταξιδιώτης σπουδαγμένος στη δική του παράδοση (γεννήθηκε στην Πόλη) και απηχεί, δεν ξέρω ως ποιο βαθμό, τα όσα άκουσε στις περιπλανήσεις του. Τ' όνομά του Εβλιά Τσελεμπή• ταξίδεψε και στην Ελλάδα κατά το 1667 [...]
|
7 | Όσο και να φαίνεται παιδικά χαμηλή η επιστημονική στάθμη και του Έλληνα και του Τούρκου, βρίσκω πως μαρτυρούν και οι δυο τέτοιο σεβασμό και συγκίνηση γι' αυτά τα πράγματα, που δύσκολα τον συναντούμε στον υπερεπιστημονικό καιρό των μηχανικών αυτοματισμών που ζούμε.
|
8 | Τέλος, θα ήθελα να σημειώσω πως δεν πρέπει να λησμονούμε ότι μια μονομερής γνώση της αρχαίας αρχιτεκτονικής μπορεί να μας φέρει - είδα τέτοια περίπτωση - στην ανασύσταση μιας ιδεατής, υποθετικής ίσως, αρχικής μορφής του μνημείου• σ' ένα αρχιτεκτονικό σχέδιο, μια χρωματιστή μακέτα.
Αλλά η σημερινή αλήθεια αυτών των παλαιών επιτευγμάτων είναι άλλη• είναι ζυμωμένη με το πέρασμα του καιρού: με του καιρού τ' αλλάματα π' αναπαημό δεν έχου μα στο καλό κι εις το κακό περιπατούν και τρέχου.
|
9 | Αυτά έφεραν την ακατάπαυτη φθορά και, για να θυμηθώ τα πιο διαβόητα, αυτά θέλησαν να γίνει ο Παρθενώνας μπαρουταποθήκη κι έστησαν στον αντικρινό λόφο τα κανόνια του Μοροζίνη ή οδήγησαν την πουριτανική "φιλανθρωπία" του 'Ελγκιν - όπως την ονομάζουν οι απολογητές του - να κατακρεουργήσει τον έκθετο ναό, για να "προστατέψει" στον ίσκιο ενός ανήλιαγου μουσείου όσα σπαράγματα μπόρεσε να σηκώσει.
|
10 | Τέλος, αυτά "του καιρού τ' αλλάματα" μας προσφέρουν συχνά συμπεράσματα που θα ξάφνιαζαν αν έπαιρναν τη μορφή δογμάτων. Περιορίζομαι λ.χ. σε τούτο: "Το πνευματικό χάσμα ανάμεσα στον αρχαίο και τον σύγχρονο κόσμο είναι μεγαλύτερο από όσο είναι πραγματικά συνειδητό. . . Ύστερα από εντατική μελέτη, η διάσταση μοιάζει ακόμη πιο πλατιά και πιο βαθιά, σε τέτοιο σημείο, που μου έτυχε ν΄ακούσω μια από τις μεγαλύτερες ζώσες αυθεντίες πάνω στη λογοτεχνία (και στην αρχιτεκτονική) να ξαφνίζει ένα ακροατήριο κλασικών φιλολόγων, καθώς εβεβαίωνε ότι το πνεύμα των αρχαίων Ελλήνων είναι ολωσδιόλου αλλότριο για μας. . ." Είναι κι αυτή μια γνώμη. […]
|
Γ. Σεφέρη, «Δοκιμές»
Ποια από τα χαρακτηριστικά του αποδεικτικού δοκιμίου αναγνωρίζονται στο παρακάτω κείμενο;
Τεχνική Πρόοδος
Όσοι, κουνώντας μελαγχολικά το κεφάλι ή υψώνοντας τη φωνή με οργή, αρνούνται την ηθική πρόοδο του ανθρώπου κατά τους μακρούς αιώνες της ιστορικής του διαδρομής, μιλούν συνήθως με αδιαφορία, ή και με περιφρόνηση, για την αξία της "υλικής" προόδου, των κατακτήσεων δηλαδή της επιστήμης και της τεχνικής, που άλλαξαν στους χρόνους μας τη μορφή του κόσμου.
- Καμιά επιρροή, λέγουν δεν έχουν αυτά τα πολυθρύλητα θαύματα απάνω στον ηθικό βίο του ανθρώπου, στο χαρακτήρα, στην προσωπικότητά του. Άλλη η μια τροχιά, άλλη η άλλη· δεν πηγαίνουν παράλληλα. Ή
- Καμιά ουσιαστική αξία, λέγουν, δεν έχουν οι τεχνικές τελειοποιήσεις των μέσων της ζωής, για τις οποίες υπερηφανεύεται ο πολιτισμός μας. Ευτυχέστερος ήταν ο άνθρωπος που ζούσε χωρίς τις σημερινές ανέσεις, σε κοινωνίες απλούστερες, "πρωτόγονες". Ή
- Όχι μόνο δεν καλυτέρεψε, αλλά χειροτέρεψε τον άνθρωπο η πρόοδος της επιστήμης και της τεχνικής. Πολλαπλασίασε και έκανε πιο raffinee τη δύναμη της κακουργίας του . . .
Θα προσπαθήσω να αποδείξω ότι και οι τρεις αυτές υποθέσεις είναι αστήριχτες· βρίσκονται σε ασυμφωνία με εξώφθαλμα γεγονότα.
Πρώτον, είναι πλάνη να νομίζομε ότι η ευημερία δεν επηρεάζει προς το καλύτερο το ήθος των ανθρώπων. Προσοχή: δε λέγω η ευμάρεια, ο πλούτος, η πολυτέλεια· λέγω η ευημερία, δηλαδή η επάρκεια των υλικών μέσων της ζωής, που επιτρέπει τις απαραίτητες για έναν πολιτισμένο άνθρωπο ανέσεις. Τα παραδείγματα αφθονούν, από παρατηρήσεις απάνω και στην ατομική και στη συλλογική ζωή. Η πενία, ως συνώνυμο της πείνας, της αρρώστιας και της αμάθειας, είναι ο χειρότερος σύμβουλος του ανθρώπου και η μεγαλύτερη μάστιγα των κοινωνιών. Άτομα ή λαοί που λιμοκτονούν, δεκατίζονται από αρρώστιες και είναι βυθισμένοι στην αμάθεια, έχουν το βούρκο και τη δυστυχία μέσα στην ψυχή τους. Φθονούν, απεχθάνονται, μισούν όχι μόνον όσους γεύονται άνετα τα αγαθά της ζωής, αλλά και τους ομοίους των. Η εξαθλίωση διηθείται έως τους εσώτερους πόρους της ψυχής τους και τους εξαχρειώνει. Αρετές όπως η αγάπη της ελευθερίας, η αυτοκυριαρχία, η αξιοπρέπεια δεν μπορούν να ριζώσουν σε έδαφος ψυχικό, που το έχουν αποψιλώσει οδυνηρές υλικές στερήσεις. Σκλάβους, ακρατείς, ευτελείς κάνει τους ανθρώπους η αγιάτρευτη φτώχεια. Αντίθετα η ευημερία, ως συνώνυμο της ευπορίας στα υλικά μέσα της ζωής, της υγείας και της μόρφωσης, επιδρά ευεργετικά απάνω στο χαρακτήρα των ατόμων και των λαών. Τους κάνει φιλελεύθερους, ευπρεπείς, γενναιόψυχους. Τους δίνει τη χαρά της ζωής που κάνει τον άνθρωπο να χαίρεται την ανθρωπιά του. Να υπερηφανεύεται γι' αυτήν. Να την τιμά, και στο δικό του πρόσωπο και στο πρόσωπο των ομοίων του. "Ευστάθεια" (με όλες τις σημασίες της λέξης) δεν έχουν ούτε τα άτομα ούτε οι κοινωνίες που μαστίζονται από την εξαθλίωση. Και είναι εχθρός του ανθρώπου εκείνος (ο σοφός ή ο πολιτικός) που θεωρεί άσχετες μεταξύ τους την ευημερία με την ευτυχία, την ευτυχία με την αρετή. Χαρά και καλοσύνη (όσο και αν επιχειρούμε να αντισταθμίσομε τις στερήσεις του παρόντος με προσδοκίες του μέλλοντος) δεν μπορεί να έχει ο άνθρωπος ή ο λαός ο εξαθλιωμένος από τα δεινά της πείνας, της αρρώστιας και της αμάθειας. Χορτάσετέ τον, γιατρέψετέ τον, μορφώσετέ τον και θα δημιουργήσετε τις προϋποθέσεις για ν' αστράψει μέσα του το φως της αλήθειας, της ομορφιάς και της αρετής - με μια λέξη: της ανθρωπιάς.
Δεύτερον, είναι πλάνη να υποθέτομε ότι οι εκπληκτικές κατακτήσεις της επιστήμης και της τεχνικής, για τις οποίες δικαιολογημένα υπερηφανεύεται ο πολιτισμός μας, δεν έχουν καμιάν ουσιαστικήν αξία, επειδή τάχα δεν έκαναν "ευτυχέστερο" τον άνθρωπο - άρα δεν αποτελούν "πρόοδο". "Άχ! τι ωραία που ζούσαν άλλοτε οι άνθρωποι στις πρωτόγονες κοινωνίες τους, χωρίς το τηλέφωνο, το ραδιόφωνο, το αυτοκίνητο, το αεροπλάνο" . . Δεν πρέπει, νομίζω, να παίρνομε στα σοβαρά αυτό τον ψευτορομαντισμό της υποκριτικής νοσταλγίας του παρελθόντος. Πρώτα - πρώτα γιατί δογματίζει "εκ του ασφαλούς" και "με το αζημίωτο": δεν εγνώρισα ακόμη κανένα οπαδό του δόγματος να διακόψει το ηλεκτρικό ρεύμα στο σπίτι του για να ζήσει ευτυχέστερος. Και έπειτα, γιατί είναι τουλάχιστο γελοίο να υποστηρίζει κανείς ότι ζούσαν "καλύτερα" οι άνθρωποι τότε που οι γιατροί καίγανε με πυρωμένο σίδερο τις μολυσμένες πληγές (χωρίς φυσικά, να μεταχειρίζονται αναισθητικά ή αναλγικά φάρμακα) ή που πέθαιναν τα μωρά κατά εκατομμύρια από εντερίτιδα… ή τότε που σοφοί και υψηλής ευαισθησίας άνθρωποι καταδέχονταν να θεωρούν τη δουλεία αναπόφευκτη, επειδή έπρεπε να μένουν ώρες και δυνάμεις σ' αυτούς και στους οικείους των ελεύθερες για να διαβάζουν και να ψυχαγωγούνται… ή τότε που η ανάγνωση και η γραφή ήταν προνόμιο των ολίγων και των "ισχυρών" και ο μεγάλος αριθμός έπρεπε να πιστεύει μοίρα του αδυσώπητη να μένει εσαεί βυθισμένος στην άγνοια, στη δεισιδαιμονία και στο σκότος. Έχομε άραγε όλοι συνειδητοποιήσει τις τεράστιες προόδους που έχει πραγματοποιήσει στα μέσα και στον τρόπο της ζωής μας αυτός ο πολιτισμός που τον αποκαλούμε με περιφρόνηση "απλώς τεχνικό"; Ιδού μια λεπτομέρεια διατυπωμένη με αριθμούς που αξίζει να τη σκεφτούμε πολύ: Στο Λίβερπουλ (της Μεγ. Βρετανίας) ο μέσος όρος ζωής των κατοίκων το 1846 ήταν το 26ο έτος της ηλικίας· στο Μπόστον (των Ηνωμένων Πολιτειών) ο μέσος όρος ήταν πέρσι το 66,7 της ηλικίας. Και δεν είναι μόνο η διάρκεια που μεγάλωσε· έγινε και το ποιόν της ζωής διαφορετικό. Σήμερα ο άνθρωπος των προχωρημένων στον πολιτισμό χωρών έχει άπειρες ευκαιρίες να "εντείνει" και να "υψώσει" (να ευγενίσει με τα αγαθά της παιδείας) τη ζωή του. Να την εκτιμήσει και να τη χαρεί. Ότι ζει "καλύτερα", "ανετότερα", "τελειότερα", "ανθρωπινότερα", δεν μπορεί να αμφισβητηθεί. Είναι άραγε και ευτυχέστερος; Η απάντηση εξαρτάται από το τι ονομάζεται "ευτυχία". Θα αναγνωρίσετε πάντως ότι όταν πεθαίνει κανείς πολύ νέος, αφού έχει ζήσει μια περιορισμένη, κουτή και τυραννισμένη ζωή - δεν προλαβαίνει τουλάχιστο να ευτυχήσει…
Τρίτο και τελευταίο, είναι πλάνη να υποστηρίζομε ότι η επιστημονική και τεχνική πρόοδος των τελευταίων τριών αιώνων όχι μόνο δεν καλυτέρεψε, αλλά χειροτέρεψε τον άνθρωπο. Το επιχείρημα (που με τόσην ελαφρότητα επαναλαμβάνεται ακόμη και από σοβαρούς συζητητές) ότι οι πιο προοδευμένοι στην επιστήμη και στα γράμματα λαοί φάνηκαν οικτρότεροι και πιο αδίσταχτοι, απάνω στον πυρετό του τελευταίου πολέμου, δεν έχει αποδειχτικήν αξία αναμφισβήτητη, άμα το αναλύσει κανείς περισσότερο. Υπενθυμίζω τη διάκριση, που κάνουν οι Μαθηματικοί, μεταξύ αναγκαίων και επαρκών συνθηκών, γιατί αυτή θα μας δώσει το λογικό σχήμα να βάλομε τα πράγματα στη θέση τους. Να υπάρχουν σε μεγάλη ποσότητα υδρατμοί στην ατμόσφαιρα, είναι μια αναγκαία προϋπόθεση της βροχής - όχι όμως και επαρκής, γιατί αυτή και μόνη (χωρίς π.χ. μιαν ορισμένη πτώση της θερμοκρασίας) δεν φέρνει τη βροχή. Αυτό συμβαίνει και στη δική μας περίπτωση. Κανείς δεν θα ισχυριστεί ότι φτάνει μια διδακτορική διατριβή στη Χημεία ή ένα νόμπελ της Φυσικής για να γίνει και ηθικά ανώτερος ένας άνθρωπος· όταν όμως φωτίζεται ο νους του με τη διερεύνηση των νόμων του σύμπαντος και από τούτο το φωτισμό υψώνεται το πνευματικό του βλέμμα έως τη θεώρηση κάποιων ανώτερων αληθειών, δημιουργούνται οι αναγκαίες συνθήκες για να αναπτυχθούν μέσα στην ψυχή του τα σπέρματα του καλού (εάν είναι ζωντανά) και έτσι να γίνει πιο άνθρωπος.
Χωρίς αυτόν τον τελευταίο όρο (την επαρκή συνθήκη του μαθηματικού) ο επιστήμονας ή ο τεχνικός μας θα καταντήσει ένας τερατώδης νους τόσο προσηλωμένος στις άτεγκτες γενικεύσεις του, ώστε να είναι ικανός για τις μεγαλύτερες θηριωδίες. Και τούτο επειδή έχει μείνει στη μέση του δρόμου: στάθηκε στις γνώσεις· δεν προχώρησε έως τη γνώση. Έως δηλαδή εκείνη την ολοκλήρωση του πνεύματος που δεν ξεχωρίζει πια με στεγανά τοιχώματα από δω την "αλήθεια" από κει την "ομορφιά" και παραπέρα την "αρετή", αλλά αισθάνεται, κρίνει και τιμά, σα μιαν ακατάλυτη ενότητα, την αρετή μέσα στην ομορφιά της αλήθειας. Η σωστή λοιπόν τοποθέτηση του ζητήματός μας είναι να πούμε ότι η πρόοδος της επιστήμης και της τεχνικής μπορεί να καλυτερέψει τον άνθρωπο (όπως ασφαλώς μπορεί και να τον χειροτερέψει - σαν τον διαρρήκτη που έχει αποκτήσει τελειοποιημένα εργαλεία), αφού δημιουργεί τις προϋποθέσεις για την πνευματική του απογείωση. Αρκεί να συνεχίσει την πτήση του και να πάει πολύ ψηλά… Ας το πάρομε μια για πάντα απόφαση· αφού μπήκαμε στο δρόμο των επιστημονικών και τεχνικών κατακτήσεων, δε γίνεται πια να γυρίσομε πίσω. Αλλά ούτε ωφελεί. Απάρνηση της προόδου σ΄ αυτό τον τομέα σημαίνει επάνοδο στη βαρβαρότητα. Ευτυχέστερη και ηθικότερη θα γίνει η ανθρωπότητα όχι δεσμεύοντας αλλά αφήνοντας πιο ελεύθερο ακόμη το πνεύμα. Η σωτηρία μας είναι όχι λιγότερη, αλλά περισσότερη, πλατύτερη και βαθύτερη μάθηση.
(Ε. Παπανούτσος, «Πρακτική Φιλοσοφία»)
Άρθρο και δοκίμιο:
- Το άρθρο έχει επικαιρικό χαρακτήρα, δηλαδή αφορμάται πάντα από ένα επίκαιρο γεγονός το οποίο σχολιάζει και ερμηνεύει. Το δοκίμιο από την άλλη πλευρά δεν έχει επικαιρικό χαρακτήρα. Ακόμη και όταν αφορμάται από κάποιο σύγχρονο γεγονός, ανάγεται στο μόνιμο και γενικό (διαχρονικός χαρακτήρας).
- Είδαμε εξάλλου ότι το δοκίμιο χαρακτηρίζεται «υβρίδιο» γιατί κινείται ανάμεσα στην επιστήμη ή στη φιλοσοφία και στη λογοτεχνία. Η σύνταξή του είναι λιγότερο ελεύθερη από εκείνη του λογοτεχνήματος, αλλά πιο προσωπική από εκείνη της πληροφοριακής ανακοίνωσης. Το άρθρο αντίθετα έχει πιο ξεκάθαρο χαρακτήρα. Απέχει σαφώς από τη λογοτεχνία και κινείται στο χώρο της ερμηνευτικής δημοσιογραφίας ή της επιστήμης. Για το λόγο αυτό στο άρθρο επικρατεί η αναφορική λειτουργία της γλώσσας, κάτι που δε συμβαίνει σε όλα τα δοκίμια. Μάλιστα η οργάνωση των ιδεών είναι κυρίως λογική στο άρθρο, ενώ στο δοκίμιο μπορεί να είναι και συνειρμική.
- Επιπλέον, το άρθρο δεν έχει, συνήθως, τον προσωπικό και οικείο τόνο που χαρακτηρίζει το δοκίμιο.
- Μία ακόμη διαφορά του άρθρου από το δοκίμιο είναι η έκταση. Το άρθρο είναι συνήθως συντομότερο από το δοκίμιο.
- Τέλος, επιδίωξη του αρθρογράφου είναι κατά κύριο λόγο η πληροφόρηση και η πειθώ, ενώ επιδίωξη του δοκιμιογράφου είναι και η τέρψη ή η ελεύθερη περιδιάβαση στο χώρο των ιδεών και άρα ο χαρακτήρας του κειμένου του μπορεί να είναι και στοχαστικός.
Πρέπει ωστόσο να προσθέσουμε ότι η διάκριση ανάμεσα στα δύο είδη δεν είναι πάντα εύκολη. Ένα κείμενο που δημοσιεύεται ως άρθρο μπορεί κάποτε, χάρη στον εννοιολογικό εξοπλισμό του και την υφολογική επεξεργασία του και κυρίως χάρη στον πλούτο των αναφορών του που ξεπερνούν το επικαιρικό γεγονός, να θεωρηθεί δοκίμιο.
ΤΥΠΟΙ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΙΚΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ
ΤΥΠΟΙ | ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ |
1. ΑΡΘΡΟ | Κείμενο που δημοσιεύεται σε εφημερίδα ή περιοδικό και πραγματεύεται ένα θέμα της επικαιρότητας, ειδικού ή γενικού ενδιαφέροντος. Κύριο άρθρο: Δημοσιεύεται στη δεύτερη σελίδα της εφημερίδας και εκφράζει τη γραμμή της. Το γράφει ο εκδότης, ο διευθυντής, ο αρχισυντάκτης, κάποιος ειδικός συνεργάτης. Άρθρα ποικίλου περιεχομένου γράφονται από δημοσιογράφους και άλλους συνεργάτες. Σκοπός του άρθρου να ενημερώσει, να πληροφορήσει και να προβληματίσει. Απέχει από τη λογοτεχνία. Πιο σύντομο από το δοκίμιο. Το ύφος είναι σοβαρό, επίσημο, απρόσωπο. Κυριαρχεί έντονος προβληματισμός. |
2. ΕΠΙΦΥΛΛΙΔΑ | Δημοσιογραφικό κείμενο, μη ειδησεογραφικού χαρακτήρα, με ποικίλη θεματολογία. Αναφέρεται σε ζητήματα πνευματικού ή κοινωνικού ενδιαφέροντος. Γράφεται από πρόσωπο με ειδικές γνώσεις στο θέμα. Ξεκινά συνήθως έχοντας ως αφόρμηση ένα επίκαιρο γεγονός. Δεν επικεντρώνεται στην επικαιρότητα, προχωρά σε παρατηρήσεις διαχρονικές. Ύφος σοβαρό και επίσημο. Η ανάπτυξη προσλαμβάνει στοχαστικό ή αποδεικτικό χαρακτήρα. |
3. ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑ | Ευσύνοπτο, εύθυμο και πνευματώδες δημοσιογραφικό κείμενο με λαϊκό χαρακτήρα. Αντλεί τη θεματολογία του από την επικαιρότητα. Τοποθετείται ανάμεσα στη λογοτεχνία και τη δημοσιογραφία. |
- Ποιο από τα παρακάτω αποσπάσματα αποτελεί μέρος άρθρου; Αιτιολογήστε την απάντησή σας.
Ποιος σκότωσε την Αμερική;
Το τρομοκρατικό χτύπημα στις ΗΠΑ της 11ης Σεπτεμβρίου απέδειξε με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο ότι η αμυντική θωράκιση μιας χώρας, όσο τέλεια κι αν είναι, δεν αρκεί για να προστατεύσει αθώους πολίτες από την καταστροφή και το θάνατο.
Και όμως, σήμερα επικρατεί η αντίληψη ότι η ασφάλεια και η ευημερία μιας χώρας είναι θέμα οπλικών συστημάτων, επίλεκτων δυνάμεων και οικονομικής ισχύος. Ενδεικτικό της νοοτροπίας αυτής είναι ότι οι Αμερικανοί ιθύνοντες αναφέρθηκαν πρώτα στις τεράστιες υλικές ζημιές, δηλαδή στο οικονομικό κόστος. Προέχει η οικονομική ευρωστία, η οποία όμως αποδεδειγμένα δεν αποσοβεί τον κίνδυνο και την απειλή.
(...) Πολλοί υποστηρίζουν ότι με το χτύπημα αυτό η Δὐση εισέπραξε ό,τι της άξιζε. Τέτοια προσέγγιση όμως δε θίγει το βασικό πρόβλημα. Χρειάζεται ένα αντίβαρο στην έπαρση και στην αναπόφευκτη αυθαιρεσία της στρατιωτικής υπεροχής. Το κύριο πρόβλημα του δυτικού ανθρώπου είναι ότι η παιδεία του δεν έχει πλέον ηθικό περιεχόμενο. Αυτό είναι που σκοτώνει.
(Οδ. Τσαγκαράκης, εφ. ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 23-11-2001 - διασκευή)
«Εις εαυτόν: περί κρίσης και κρίσεων
Σε ώρες περισυλλογής αναρωτιέμαι πώς μπορεί η ελληνική εκπαίδευση να μορφώσει σκεπτόμενους πολίτες με ανεπτυγμένη ικανότητα κρίσης που να μπορούν να αντιμετωπίσουν κρίσεις οικονομικές, όπως αυτή που μας βρήκε, κρίσεις ηθικές σε σχέση με την ουσία και τις προτεραιότητες στη ζωή του ανθρώπου, κρίσεις αξιών, κρίσεις...
Η απάντηση που μού βγαίνει σχεδόν αυθόρμητα είναι ότι για να δημιουργήσεις σκεπτόμενους πολίτες απαιτείται ένα ριζικά ανανεωμένο εκπαιδευτικό σύστημα που θα μετακινηθεί αμετάκλητα από την παθητική γνώση στην κριτική σκέψη. Σκέπτομαι πως αυτό μπορεί να επιτευχθεί αν αλλάξει εκ βάθρων ο τρόπος διδασκαλίας στο σχολείο με αυτόν τον εκπαιδευτικό στόχο.
Πάλι αναρωτιέμαι:Όλα αυτά δεν προϋποθέτουν ότι μάς ενδιαφέρει ο πολιτισμός, ότι μας ενδιαφέρει μια παιδεία ουσίας; Μπορούμε να πετύχουμε μια τέτοια παιδεία, μια δημιουργική επαφή με τον πολιτισμό μας;
(Γ. Μπαμπινιώτης, εφ. ΤΟ ΒΗΜΑ, 11-7-2010
Να τεκμηριώσετε ότι το κείμενο που ακολουθεί πρόκειται για επιφυλλίδα.
Ποιοι «κινούν» την Ιστορία (29-4-2001)
Του Χρηστου Γιανναρα
Υποθέτω ότι και πριν από τον Φρόιντ οι οξυδερκείς εμπειριστές θα διαφωνούσαν με τον Μαρξ: Οι ατομικές ψυχολογικές ανασφάλειες και όχι οι παραγωγικές σχέσεις μοιάζει να κινούν την Ιστορία.
Από την καθημερινή πείρα θα μπορούσε κανείς να συναγάγει ότι, πριν και από την καταναλωτική ανάγκη, ψυχολογικές ανασφάλειες καθορίζουν κάποιες καίριες επιλογές πολλών, πάμπολλων ανθρώπων: το επάγγελμά τους, τις ιδεολογικές προτιμήσεις τους, τον γάμο τους, τη μεταφυσική και την αισθητική τους.
Η ψυχολογική ανασφάλεια καταλήγει σε ατολμία διακινδύνευσης (συνήθως ασυνείδητη), επομένως σε φόβο και άρνηση να ενηλικιωθεί κανείς. Γαντζώνεται σε προκαταλήψεις, σε απόψεις εγγυημένες από κάποια αυθεντία, παράταξη ή και μόδα. Ο ψυχολογικά ανασφαλής άνθρωπος δεν γνωρίζει την απροκατάληπτη λειτουργία της κριτικής σκέψης, την ετοιμότητα αναθεώρησης παραδοχών πεποιθήσεων, επιλογών.
Είναι δύσκολο να ξέρουμε ποιες δυνάμεις κινούσαν την Ιστορία στις σπάνιες εκείνες περιπτώσεις κοινωνιών, όπου η κριτική σκέψη άνθησε ως συλλογικό γνώρισμα και γεγονός. Ή, τουλάχιστον, ποιος κινούσε την Ιστορία προτού υπάρξει έντυπη και ηλεκτρονική δημοσιογραφία. Γιατί κατ'εξοχήν ίσως με τη δημοσιογραφία (την αποτύπωση δημόσιου λόγου σε έντυπο κείμενο ή σε εικόνα) ανακυκλώνονται οι ατομικές ψυχολογικές ανασφάλειες: η άρνηση της κριτικής σκέψης μεταποιείται σε εμφατικά προβαλλόμενη βεβαιότητα.
Δύσκολα κρύβονται στη δημοσιογραφία τα κέντρα (έστω απωθημένα και ασυνείδητα) μαχητικών απόψεων πεποιθήσεων, αποδεικτικών αναλύσεων. Ο κάθε αναγνώστης ή τηλεθεατής της δημοσιογραφίας (όχι οπωσδήποτε επαγγελματικής) μπορεί, με λίγη προσοχή και άσκηση, να εντοπίζει ευχερώς τον ανεπίγνωστο ευνουχισμό της κριτικής σκέψης και της απροκατάληπτης ματιάς από μύχιες φοβίες και ανασφάλειες.
Εύκολα διαφαίνεται στον δημόσιο λόγο αν οι πεποιθήσεις που διατυπώνει ο φορέας του προκύπτουν από προσωπική αναζήτηση και απροκατάληπτη έρευνα ή αν συνιστούν έμφοβη υποταγή σε κυρίαρχες μόδες, τάσεις και ρεύματα που επιδαψιλεύουν κοινωνικό λούστρο και προβολή. Ή αν οι πεποιθήσεις είναι αφορμές για να ξορκίσει ο φορέας του δημόσιου λόγου παιδικές τραυματικές εμπειρίες, να απολακτίσει καταπιεστικές μεθόδους αγωγής.
Με τέτοια κίνητρα άνθρωποι δημοσιογραφούν υπέρ ή κατά της Δεξιάς ή της Αριστεράς, υπέρ της θρησκείας ή κατά της θρησκείας, υπέρ ή εναντίον του πατριωτισμού του διεθνισμού, της Δύσης, της Ανατολής, του Βυζαντίου, του Διαφωτισμού, του ορθολογισμού, του μυστικισμού, κ.λπ., κ.λπ. Ολα αυτά τα θέματα (και κυρίως η χρήση της Ιστορίας, προπάντων αυτή) είναι ολοφάνερο ότι δεν ενδιαφέρουν καθ' εαυτά αυτόν που τα χαρίζεται, δεν τα ερεύνησε ποτέ, δεν τον απασχόλησαν. Αποτελούν αποκλειστικά και μόνο αφορμές θωράκισης της ανασφάλειας με έτοιμες «βεβαιότητες» που προσπορίζουν σιγουριά «ένταξης» προστασίας κάτω από κάποια πατρική αυθεντία, αποφυγής των διακινδυνεύσεων της ενηλικίωσης.
Ως ανθρωπολογική σπουδή, είναι συναρπαστικό να διαβλέπει κανείς πόσο κυρίαρχο ρόλο έχουν στο κοινωνικό γίγνεσθαι οι ατομικές ψυχολογικές ανασφάλειες: Ευφυέστατοι άνθρωποι προπαγανδίζουν αφέλειες. Υπέρμαχοι του ορθολογισμού καταλύουν κάθε λογική συνέπεια. Φανατικοί δημοκράτες χρησιμοποιούν ή εκθειάζουν μεθόδους φασιστικές. Δογματικοί ιδεολόγοι ακκίζονται σαν υπερασπιστές της απροκατάληπτης αναζήτησης. Το δημοσιογραφικό υλικό των διαπιστώσεων είναι τόσο πληθωρικό, ώστε εύλογα να οδηγείται κανείς σε ορισμένα ερωτήματα.
Πόσο άραγε είναι το ποσοστό των ανθρώπων σε μια σημερινή «προηγμένη» κοινωνία που ψηφίζουν στις εκλογές με όντως απροκατάληπτη κρίση. Πόσοι έχουν επιλέξει με κάποια κριτική βάσανο την εφημερίδα που αγοράζουν.
Πόσοι συναρτούν τις «πεποιθήσεις» τους με το κοινωνικό τους προσωπείο, με την επαγγελματική τους σταδιοδρομία, με το τωρινό ή με προγενέστερο οικογενειακό τους περιβάλλον.
Πόσοι έχουν κριτικά και επίπονα κατασταλάξει στην αποδοχή μιας μεταφυσικής ερμηνευτικής πρότασης ή σε έναν λογικά συνεπή μηδενισμό. Αυτά τα ποσοστά είναι αδύνατο να τα εντοπίσουν οι δημοσκοπήσεις, όμως αυτοί οι μη μετρήσιμοι παράγοντες ίσως «κινούν» την Ιστορία.
Μοιάζει μάλλον κοινά παραδεκτό ότι η αρχαικλασική ελληνική κοινωνία ήταν και παραμένει ένα υπόδειγμα άνθησης της κριτικής σκέψης, της αδέσμευτης λογικής αναζήτησης.
Η ερμηνεία της Ιστορίας συνήθως διχάζει, θα μπορούσε ωστόσο να είναι γόνιμο το ερώτημα: Ηταν τυχαίο και συμπτωματικό φαινόμενο η ανάδυση και άνθηση της κριτικής σκέψης, στην αρχαία Ελλάδα; Αν όχι, από ποιους παράγοντες και από ποιες συνθήκες ευνοήθηκε; Την προτεραιότητα της πολιτικής και όχι του βιοπορισμού, της «σχόλης» και όχι της «ασχολίας», ποια κοινή ανάγκη τη γέννησε;Γιατί στόχος του «ορθώς διανοείσθαι» (της λογικής και κριτικής σκέψης) να είναι το «ορθώς κοινωνείν»;
Η αρχαία Ελλάδα (τουλάχιστον αυτή) μοιάζει να κατόρθωσε την ήρεμη βεβαιότητα της γνώσης που επαλεθεύεται μόνο όταν κοινωνείται. Η κοινωνική επαλήθευση της γνώσης είναι ανάγκη και χαρά σχέσης, δεν αφήνει περιθώρια για την ατομοκεντρική θωράκιση, επομένως για δογματισμούς, αξιωματικά ιδεολογήματα, συμπλεγματικές προκαταλήψεις. Οι δογματισμοί είναι η άμυνα της ψυχολογικής ανασφάλειας, το συνακόλουθο του εγωτισμού, του φόβου της διακινδύνευσης που συνεπάγεται η σχέση. Η ψυχολογική ανασφάλεια απαιτεί την εκδοχή του ανθρώπου ως ουδέτερου (αδιαφοροποίητου) ατόμου: υποκαθιστά το άθλημα της πολιτικής και της δημοκρατίας με τον πατερναλισμό της «προστασίας των δικαιωμάτων».
Τουλάχιστον να ξεχωρίζουμε πότε «κινούν» την Ιστορία οι εραστές του κοινωνικού αθλήματος και πότε οι συμπλεγματικοί του ατομοκεντρισμού.
Δοκίμιο και άλλα είδη
- Δοκίμιο και Ημερολόγιο: Το δοκίμιο συχνά προσεγγίζει το ημερολόγιο (Γνωρίσματα ημερολογίου : προσωπικές σημειώσεις, καταγραφή σκέψεων – αισθημάτων – γεγονότων, οικείο και απλό ύφος, λιτή συνήθως γλώσσα, φυσικότητα, υποκειμενισμός, α΄ πρόσωπο, εξομολογητικός χαρακτήρας, χαλαρή σύνδεση νοημάτων, έλλειψη θεματικού κέντρου, επικαιρικός χαρακτήρας, μορφικά δεδομένα όπως η ημερομηνία). Τονίζεται ωστόσο ότι στην περίπτωση αυτή ο δοκιμιογράφος δεν καταγράφει τις κυριότερες πράξεις της ζωής του, όπως κάνει συνήθως ο ημερολογιογράφος, αλλά παρουσιάζει κυρίως τα συμβάντα της εσωτερικής του ζωής, την ανέλιξη του στοχασμού του, την πνευματική του πορεία. Πρόκειται δηλαδή για «ένα ημερολόγιο που διηγείται την ιστορία ενός πνεύματος εν κινήσει», «το ημερολόγιο της πορείας μιας συνείδησης ανάμεσα στα πρόσωπα και στα πράγματα του καιρού της». (Επίσης, πρέπει να τονιστεί ότι το δοκίμιο δεν έχει επικαιρικό χαρακτήρα και δεν παρουσιάζει έλλειψη θεματικού κέντρου)
- Δοκίμιο και Ομιλία – Συνομιλία: Ο Σεφέρης σημειώνει για τα δοκίμιά του τα εξής : «τα κείμενα αυτά… κάποτε παίρνουν τον προσωπικό τόνο του ημερολογίου, κάποτε πάλι είναι ομιλίες, δηλαδή σελίδες γραμμένες περισσότερο για να ακουστούν παρά για να διαβαστούν». Σαν πρόσκληση σε συνομιλία και συνεργασία με τον αναγνώστη βλέπει το δοκίμιο κι ένας άλλος δοκιμιογράφος, ο Π. Χάρης. (Γνωρίσματα ομιλίας: επικοινωνία, φυσικότητα, απλότητα, ειλικρίνεια, κουβεντιαστό ύφος, αυθορμητισμός, ευγένεια, ίσως εναλλαγή προσώπων, κατάθεση προσωπικών σκέψεων, προσωπικός τόνος, στοχαστική διάθεση, ίσως συνειρμική ανάπτυξη ιδεών, συναισθηματικός χρωματισμός του λόγου και πιθανή συγκινησιακή χρήση της γλώσσας)
- Δοκίμιο και Επιστολή: Μερικές φορές το δοκίμιο παρουσιάζει κοινά στοιχεία με μια επιστολή (Γνωρίσματα επιστολής: γραπτή επικοινωνία που υποκαθιστά τον προφορικό λόγο, διακρίνεται για τον αυθορμητισμό, την ειλικρίνεια, την ευγένεια, τη φυσικότητα, την απλότητα, την οικειότητα, το κουβεντιαστό ύφος και την εναλλαγή προσώπων, απευθύνεται σε συγκεκριμένο πρόσωπο και έχει ορισμένα μορφικά δεδομένα, όπως την ημερομηνία, την προσφώνηση και την αποφώνηση). Στην περίπτωση αυτή το δοκίμιο παίρνει το ύφος της συνομιλίας με ένα φίλο, της καθημερινής κουβέντας πάνω σε διάφορα θέματα, όπως περίπου συμβαίνει και σε μια επιστολή. Στο δοκίμιο αυτού του είδους ο δοκιμιογράφος εκφράζεται σε πρώτο ρηματικό πρόσωπο, περιπλανάται ελεύθερα από το ένα θέμα στο άλλο και χαίρεται την ελευθερία του αυτοσχεδιασμού, και ορισμένες φορές ενδέχεται να κάνει μια προσωπική ιδεολογική κατάθεση ή και εξομολόγηση (εδώ έγκειται και ο εξομολογητικός τόνος στο δοκίμιο).Με τον τρόπο αυτό αναδύεται μέσα από το κείμενο η προσωπικότητα του δοκιμιογράφου.
Γ4. ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ ΘΕΩΡΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΔΟΚΙΜΙΟ
- Ποια είναι τα είδη του δοκιμίου;
Αποδεικτικό (δοκίμιο πειθούς) και στοχαστικό (δοκίμιο στοχασμού)
- Ποια τα χαρακτηριστικά του αποδεικτικού δοκιμίου
α) Απουσιάζει ο προσωπικός τόνος (α΄ πρόσωπο) β) Επίκληση στη λογική γ) Συγκεκριμένο θέμα δ) Στόχος η πληροφόρηση, η ενημέρωση ε) Κυριολεκτική χρήση της γλώσσας στ) Προσεγμένη δομή
- Ποια τα χαρακτηριστικά του στοχαστικού δοκιμίου;
α) προσωπικός τόνος β) Επίκληση στο συναίσθημα γ) Δεν έχει συγκεκριμένο θέμα δ) Στόχος να τέρψει, να ψυχαγωγήσει ε) Μεταφορική χρήση της γλώσσας στ) Χαλαρή δομή
- Με ποια κριτήρια ορίζουμε το είδος του δοκιμίου;
Καθώς ενδέχεται το αποδεικτικό δοκίμιο να έχει περιπτώσεις μεταφορικής χρήσης της γλώσσας ή επίκλησης στο συναίσθημα, αναγνωρίζουμε τα επιμέρους χαρακτηριστικά των δύο ειδών και εντοπίζουμε ποια υπερισχύουν.
- Ποια τα χαρακτηριστικά του άρθρου;
α) Έχει επικαιρικό χαρακτήρα β) Είδος ερμηνευτικής δημοσιογραφίας γ) Κυριαρχεί η κυριολεκτική χρήση της γλώσσας δ) Απουσιάζει ο προσωπικός, οικείος τόνος ε) Δεν έχει μεγάλη έκταση στ) Έχει ποικίλη θεματογραφία
- Ποια τα χαρακτηριστικά της επιφυλλίδας;
α) Αφορμάται από επικαιρικό θέμα, αλλά καταλήγει σε στοχασμό διαχρονικού χαρακτήρα β) Γράφεται από ειδικό πρόσωπο πάνω στο θέμα που πραγματεύεται γ) Είναι δημοσιογραφικό κείμενο δ) Δημοσιεύεται σε συγκεκριμένη θέση στην εφημερίδα ε) Έχει ποικίλη θεματογραφία
- Σύγκριση δοκιμίου και επιστημονικού κειμένου
α) Το δοκίμιο απευθύνεται σε κάθε εγγράμματο αναγνώστη, ενώ ο επιστημονικός λόγος σε ειδικό αναγνωστικό κοινό β) Με το δοκίμιο δεν εμβαθύνουμε τόσο στο θέμα γ) Στόχος του επιστημονικού λόγου να καταγράψει τη γνώση, ενώ του δοκιμίου να τέρψει και να πληροφορήσει δ) Το δοκίμιο απευθύνεται στη λογική και το συναίσθημα ενώ ο επιστημονικός λόγος στη λογική στ) Το ύφος του επιστημονικού λόγου είναι ψυχρό και ουδέτερο ζ) Το δοκίμιο έχει λογική και συνειρμική οργάνωση, ενώ ο επιστημονικός λόγος αυστηρά λογική
- Σύγκριση δοκιμίου και ρητορικού λόγου
α) Το δοκίμιο επιχειρεί να ενημερώσει ή να ψυχαγωγήσει, ο ρητορικός/λογοτεχνικός λόγος να επηρεάσει, να σωφρονίσει. β) Στο ρητορικό λόγο κυριαρχεί ο προσωπικός τόνος γ) Ο ρητορικός/λογοτεχνικός αποτελεί κυρίως ελεύθερη περιδιάβαση στον κόσμο των ιδεών δ) Το ύφος του λογοτεχνικού λόγου είναι φιλοσοφικό ε) Ο ρητορικός λόγος απευθύνεται κυρίως στο συναίσθημα
- Στοιχεία της γλώσσας του αποδεικτικού δοκιμίου
α) λογιότερη γραμματική β) εκφρασεις που χαρακτηρίζουν τον επιστημονικό λόγο γ) Σύνθετη δομή των προτάσεων, υποτακτικός λόγος δ) Στοιχεία προφορικότητας που οφείλονται στη διάθεση του δοκιμιογράφου να επικοινωνήσει άμεσα με τον αναγνώστη.
- Στοιχεία για την οργάνωση του αποδεικτικού δοκιμίου
α)Έκθεση του προβλήματος στον πρόλογο, πρόκληση ενδιαφέροντος β) Ακολουθεί η κύρια θέση πάνω στο θέμα γ) Κύριο μέρος: παράθεση υλικού, για να διασαφηνιστεί η κύρια θέση δ) Επίλογος: σύνοψη ή επανέκθεση της κύριας θέσης.