Ελληνικά

Ερμηνευτικό σχόλιο (αναλυση από την ΤΘ)

Αγαμέμνων (απόσπασμα)

Από το βιβλίο με ποιήματα του Γιάννη Ρίτσου «Ποιήματα ΣΤ΄: Τέταρτη διάσταση (1956–1972)» (25η έκδ. Αθήνα: Κέδρος. ΑΘΗΝΑ, ΣΙΚΥΩΝ, ΗΡΑΙΟΝ, ΣΑΜΟΣ, Δεκέμβρης 1966 – Οχτώβρης 1970).

 

Θαρρώ πως δε μ’ ακούς· — σα να βιάζεσαι. Μα, ναι, όλοι βιαζόμαστε

να σταματήσει ο άλλος, να μιλήσουμε εμείς. Και καθένας μας

μονάχα τα δικά του λόγια ακούει. Τι σημασία έχουν τα λόγια; Μόνο η πράξη

μετριέται και μετράει, — όπως τόνιζες πάντα. […]

 

Πώς αφήσαμε τις ώρες μας και χάθηκαν, πασχίζοντας ανόητα

να εξασφαλίσουμε μια θέση στην αντίληψη των άλλων. Ούτε ένα

δικό μας δευτερόλεπτο, μέσα σε τόσα μεγάλα καλοκαίρια, να δούμε

τον ίσκιο ενός πουλιού πάνω στα στάχυα — μια μικρή τριήρης

σε μια πάγχρυση θάλασσα· — μπορεί μ’ αυτήν ν’ αρμενίζαμε

για έπαθλα σιωπηλά, για κατακτήσεις πιο ένδοξες. Δεν αρμενίσαμε.

 

Ώρες ώρες, μου φαίνεται πως είμαι ένας ήσυχος νεκρός που κοιτάζει

εμένα τον ίδιο να υπάρχω· παρακολουθεί με τ’ άδεια του μάτια

την κίνησή μου, τις χειρονομίες μου· […]»

 

Ποιο είναι το βασικό ερώτημα που αναδεικνύεται στο Κείμενο 3; Να απαντήσεις αξιοποιώντας τρεις σχετικούς κειμενικούς δείκτες. Γιατί οι διαπιστώσεις στις οποίες προβαίνει ο αφηγητής είναι επίκαιρες στις μέρες μας;

 

Απάντηση

Οποιαδήποτε άποψη διατυπώνεται από τους/τις μαθητές/-τριες θεωρείται αποδεκτή, εφόσον μπορεί να συσχετιστεί/ τεκμηριωθεί με στοιχεία/ χωρία του κειμένου, χωρίς να δίνεται με τρόπο αυθαίρετο.

Θετικά αξιολογείται η προσπάθεια του/της μαθητή/-τριας να προσδιορίσει με σαφήνεια και συντομία τα εξής:

  • προβληματισμός για την ουσία της επικοινωνίας μεταξύ των ανθρώπων: δεν ακούμε πραγματικά τον άλλον, απλώς βιαζόμαστε να διατυπώσουμε τις δικές μας σκέψεις, τις δικές μας αγωνίες,
  • προβληματισμός για τους λόγους που οδηγούν τους ανθρώπους στη βιασύνη αυτή, που τους στερεί τη δυνατότητα της ενδοσκόπησης και τους κάνει να βιώνουν επιφανειακά τη ζωή,
  • διαπίστωση ότι η επιθυμία να γίνουμε αποδεκτοί από το κοινωνικό σύνολο αποστερεί τη χαρά της αναζήτησης, της ελεύθερης περιδιάβασης στην ομορφιά της ζωής,
  • αναζητάμε τη δόξα, τη φήμη και επιτεύγματα που φαίνονται αποδεκτά, χωρίς να εστιάζουμε σε επιλογές ουσιώδεις και βαθύτερης αξίας για εμάς τους ίδιους,
  • οι παραπάνω επιλογές, που ξεπερνούν τους περιορισμούς του χωροχρόνου, οδηγούν στην αλλοτρίωση, την πλήρη αποξένωση του ατόμου από τον αληθινό του εαυτό, την απονέκρωση συναισθημάτων και την πλήρη απογοήτευση για την πορεία της ζωής του.

Κειμενικοί δείκτες (τρεις επαρκούν):

  • παρενθετικές προτάσεις που συμπληρώνουν επεξηγηματικά και διευκρινίζουν τα νοήματα: «— σα να βιάζεσαι. Μα, ναι, όλοι βιαζόμαστε/ να σταματήσει ο άλλος, να μιλήσουμε εμείς.», «— όπως τόνιζες πάντα.», «— μια μικρή τριήρης/ σε μια πάγχρυση θάλασσα·»
  • ρητορική ερώτηση που ευαισθητοποιεί περαιτέρω για τη σημασία των έργων: «Τι σημασία έχουν τα λόγια;»
  • περιγραφή με οπτική και ακουστική εικόνα, για να αποδώσει την ιδανική επιλογή για κάθε άνθρωπο, προκειμένου να βρεθεί πιο κοντά στην αυτογνωσία: «μέσα σε τόσα μεγάλα καλοκαίρια, να δούμε/ τον ίσκιο ενός πουλιού πάνω στα στάχυα — μια μικρή τριήρης/ σε μια πάγχρυση θάλασσα·»
  • εναλλαγές ρηματικών προσώπων → α΄ και β΄ ενικό πρόσωπο που προσδίδει αίσθηση διαλογικότητας, ύφος άμεσο και οικείο, πιο προσιτό προς τον αναγνώστη: «Θαρρώ πως δε μ’ ακούς· — σα να βιάζεσαι», «μου φαίνεται πως είμαι» και α΄ πληθυντικό πρόσωπο που προσδίδει καθολικότητα στα λεγόμενα του ποιητικού υποκειμένου: «αφήσαμε», «ν’ αρμενίζαμε».

Ανάλογα με τον/την παραστατικό του/της κύκλο και τον βαθμό αναγνωστικής ανταπόκρισης/πρόσληψης, ο/η μαθητής/-τρια αναπτύσσει τεκμηριωμένα την επικαιρότητα των νοημάτων του ποιήματος.

 

 

 ΕΞΙΣΩΣΕΙΣ

Το ποίημα του Χάρη Μελιτά ανήκει στη συλλογή «4 ενοχές»  από τις εκδόσεις Μανδραγόρας, 2021.

Όλοι οι άνθρωποι είμαστε ίσοι.

 

Έξω οι άστεγοι

οι άνεργοι

οι πρόσφυγες

οι διψασμένοι

στα μπαλκόνια της βροχής

οι κλειδωμένοι

στα βαγόνια της ψυχής

οι διμοιρίες των γυμνών

οι μάνες απορρίμματα

οι κόρες εργαλεία.

 

Όλοι οι άνθρωποι είμαστε ίσοι.

 

Έξω οι ξεχασμένοι

στον λαβύρινθο

οι χωνεμένοι

σε καλούπια ατελή

οι στερημένοι

ενυπόθηκο φιλί

οι ιχνηλάτες των βυθών

οι φέροντες

το περιβραχιόνιο

του έρποντος θανάτου.

 

Κατά τα άλλα

προφανώς είμαστε όλοι ίσοι.

Τι μαστορεύει

στο μυαλό μου ο Προκρούστης[2];

 

Να ερμηνεύσεις την στάση απέναντι στην ισότητα που εκφράζει το ποιητικό υποκείμενο στο Κείμενο 3 αξιοποιώντας στην ερμηνεία σου τρεις σχετικούς  κειμενικούς δείκτες. Συμφωνείς ή διαφωνείς με τη θέση του ποιητικού υποκειμένου (150-200 λέξεις).

Απάντηση

To ποιητικό υποκείμενο με ειρωνική διάθεση διακηρύσσει εμφατικά την ισότητα όλων των ανθρώπων, ενώ ταυτόχρονα αποκλείει από την «καθολικότητα» αυτή διάφορες κατηγορίες ανθρώπων. Καταγγέλλει τη σύγχρονη στάση πολλών που, ενώ τάσσονται υπέρ της ισότητας όλων, την ίδια στιγμή εκδηλώνουν την υποτιμητική τους στάση προς διάφορες ομάδες ατόμων.

Κειμενικοί δείκτες (ενδεικτικά)

  • επανάληψη «όλοι οι άνθρωποι είμαστε ίσοι» και «Έξω..»
  • χρήση α΄ πληθυντικού προσώπου
  • απουσία σημείων στίξης κατά την παράθεση των ομάδων που εξαιρούνται
  • συσσώρευση ουσιαστικών, μετοχών ή επιθέτων για προσδιορισμό ομάδων: οι άστεγοι, οι άνεργοι , οι διψασμένοι, οι μάνες κ.α
  • χρήση ερώτησης στο τέλος του ποιήματος με αναφορά στον Προκρούστη

Ανάλογα με τα βιώματα του/της και τον βαθμό αναγνωστικής ανταπόκρισης ο/η μαθητής/τρια καλείται να διατυπώσει την προσωπική του/της άποψη.

 

Μαύρο νερό (διασκευή)

Ο Μιχάλης Μακρόπουλος είναι μεταφραστής και συγγραφέας. Στη νουβέλα του «Μαύρο νερό» («Κίχλη», 2019) ένας πατέρας κι ο ανάπηρος γιος του, ο Χριστόφορος, παλεύουν να επιβιώσουν σ’ ένα χωριό που ερημώνει, στα βουνά της Ηπείρου.

Σαν μάτι στον δασωμένο τόπο πρόβαλλε πιο κάτω η λίμνη Ζαραβίνα. Παλιά είχε την καθαρότητα και τη στιλπνάδα γυαλιού, όμως τώρα κοιτούσε θολή, τυφλά, τον χαμηλό ουρανό. Θυμόταν που πήγαινε μικρός για κολύμπι με τον πατέρα του – τα μεγάλα ψάρια γλιστρούσαν σαν σκιές από κάτω του και τα ’βλεπε με δέος, δίνοντάς τους διαστάσεις τεράτων του νερού. Τώρα η λίμνη ήταν νεκρή.

Ωστόσο ο τόπος έδινε μια γενική εντύπωση αναγέννησης μετά την αποψίλωση. Το δάσος είχε θεριέψει παντού, πνίγοντας κάθε σπιθαμή, και το έκοβαν μονάχα οι πλατιοί νέοι δρόμοι που ανοίχτηκαν για τα φορτηγά και τα βυτία κι έπειτα εγκαταλείφθηκαν. […]

Το νερό που έτρεχε απ’ τη βρύση έδειχνε καθαρό πια, αλλά δεν ήταν ούτε θα ’ταν ξανά καθαρό για πολλά χρόνια.[…]

Στάθηκαν εκεί που τέλειωναν τα δέντρα, στο χείλος της μεγάλης ουλής που ανοιγόταν στο δασωμένο τοπίο. Στο μέσον της δέσποζε η σκουριασμένη αντλία της γεώτρησης. Παραδίπλα το ξωκκλήσι της Αγια-Σωτήρας, χωρίς τις βαλανιδιές που άλλοτε το κύκλωναν και το προστάτευαν, στεκόταν παράταιρο στην ουλώδη γη πλάι στο χαλύβδινο είδωλο. Σαν ποίμνιο από πιστούς αυτής της θεότητας, όμοια σκουριασμένο, παλιά φορτηγά και βυτία ήταν αραδιασμένα παραπέρα, εκεί που ξανάρχιζε το δάσος· και με τα σπασμένα τους τζάμια, τις γυμνές τους ζάντες, τα ξεκοιλιασμένα τους καθίσματα, ανέπεμπαν δεήσεις στην Αντλία. Για την εξόρυξη, είχαν σπάσει το πέτρωμα με εκατομμύρια τόνους νερού, μαζί μ’ ένα μείγμα που η σύνθεσή του ήταν βιομηχανικό απόρρητο, και με άμμο για να μένουν τα ρήγματα ανοιχτά. Δηλητηριώδη συρίγγια ανοίχτηκαν έτσι στη γη κι εκατοντάδες στρέμματα απογυμνώθηκαν. Όταν όμως εγκαταλείφθηκαν οι γεωτρήσεις, το δάσος διεκδίκησε ξανά τον τόπο κι έμειναν μονάχα ουλές σαν αυτή στην Αγια-Σωτήρα, οι χαρακιές των νέων αλλά κιόλας ραγισμένων δρόμων, και σκουριασμένοι αγωγοί και δεξαμενές λυμάτων, που πολλές είχαν πέσει και πια φώλιαζαν ζώα μέσα, κι από τις τρύπες που είχαν ανοιχτεί στους αγωγούς φύτρωναν βάτα.

 

 

Ποιητικό Υστερόγραφο

 

Κατερίνα Αγγελάκη Ρουκ, από την ποιητική συλλογή Η Ανορεξία τηςΎπαρξης, εκδ. Καστανιώτης, Αθήνα 2011

 

Τα ποιήματα δεν μπορούν πια

να ’ναι ωραία

αφού η αλήθεια έχει ασχημύνει.

Η πείρα είναι τώρα

το μόνο σώμα των ποιημάτων

κι όσο η πείρα πλουταίνει

τόσο το ποίημα τρέφεται και ίσως δυναμώσει.

Πονάν τα γόνατά μου

και την Ποίηση δεν μπορώ πια να προσκυνήσω,

μόνο τις έμπειρες πληγές μου

μπορώ να της χαρίσω.

Τα επίθετα μαράθηκαν·

μόνο με τις φαντασιώσεις μου

μπορώ τώρα την Ποίηση να διανθίσω.

Όμως πάντα θα την υπηρετώ

όσο βέβαια εκείνη με θέλει

γιατί μόνο αυτή με κάνει λίγο να ξεχνώ

τον κλειστό ορίζοντα του μέλλοντός μου.

 

Ποια η σχέση του ποιητικού υποκειμένου με την ποίηση; Να αναφέρεις τρεις κειμενικούς δείκτες που στηρίζουν την απάντησή σου. Συμμερίζεσαι την άποψη του ποιητικού υποκειμένου; Να απαντήσεις σε 150-200 λέξεις.

Απάντηση

Το ποιητικό υποκείμενο έχει άρρηκτη, ζωογόνα και μακροχρόνια σχέση με την ποίηση την οποία θεωρεί στήριγμά της και ελπίδα της. «Πονάν τα γόνατά μου…προσκυνήσω», «Τα επίθετα….διανθίσω», «Όμως πάντα θα την υπηρετώ …μέλλοντός μου».

Ο μαθητής/-τρια μπορεί να συμφωνήσει ή να διαφωνήσει με την άποψη της ποιήτριας, αρκεί να τεκμηριώσει τη θέση του/της

 

 

 

Τα πουλιά δέλεαρ του Θεού

Το παρακάτω κείμενο αποτελεί το πρώτο (1ο) κατά σειρά απόσπασμα-«διάλογο» με το οποίο ο Νίκος Καρούζος ξεκινά το ποίημα του «Τα πουλιά δέλεαρ του Θεού», που δημοσιεύτηκε το 1961.

 

Να γυρίζεις — αυτό είναι το θαύμα —

με κουρελιασμένα μάτια

με φλογωμένους κροτάφους απ ̓ την πτώση

να γυρίζεις

στην καλή πλευρά σου.

Πεσμένος αισθάνεσαι

την κόλαση που είναι η αιτιότητα

το στήθος ωσάν συστατικό του αέρα

τα βήματα χωρίς προοπτική.

Κι όμως στη χειμωνιάτικη γωνία ο καστανάς

περιβάλλεται από σένα.

Κόψε ένα τραγούδι απ ̓ τ ̓ άνθη

με δάχτυλα νοσταλγικά.

Να γυρίζεις — αυτό είναι το θαύμα.

 

Ποιο «θαύμα» περιγράφει το ποιητικό υποκείμενο στο Κείμενο 3; Να καταγράψεις τις απόψεις σου σχολιάζοντας τουλάχιστον τρεις (3) κειμενικούς δείκτες. Θα ήθελες να βιώσεις και εσύ ένα τέτοιο «θαύμα»; Να αιτιολογήσεις τη θέση σου. Η συνολική απάντησή σου να εκτείνεται σε 150-200 λέξεις.

 

Απάντηση 

Το ποίημα αναδεικνύει την αξία που έχει το να ξεπερνά ο άνθρωπος τις δυσκολίες που βιώνει, κάνοντας μία στροφή στη ζωή του και γυρίζοντας σε μία προγενέστερη υγιή κατάσταση. Το ποιητικό υποκείμενο, επηρεασμένο ίσως από τον χώρο της Εκκλησίας, προσδίδει σε αυτήν τη «στροφή» έναν ιερό και ταυτόχρονα παράδοξο χαρακτήρα: πρόκειται για ένα «θαύμα». Το θαυμαστό αυτό γύρισμα δεν το παρουσιάζει απρόσωπα. Ουσιαστικά το συνδέει με τον αναγνώστη του, τον οποίο οπτικοποιεί με εικόνες και γλαφυρές μεταφορές: είναι ένας άνθρωπος «πεσμένος», με μάτια «κουρελιασμένα», ίσως από την ταλαιπωρία ή την εξαθλίωση, με μια «κόλαση» στο μέσα του και «χωρίς προοπτική» στο έξω του. «Να γυρίζεις», θα του πει και θα του ξαναπεί κυκλικά το ποιητικό υποκείμενο. «Αυτό είναι το θαύμα». Αξιοποιώντας το β ́ ενικό ρηματικό πρόσωπο και συνοδεύοντάς το με μια μάλλον διφορούμενη υποτακτική, δυνητική ή προτρεπτική, ανοίγει μια γέφυρα επικοινωνίας με τον δέκτη του, για να του τονίσει: «Μέσα σου έχεις τη δύναμη να κάνεις το θαύμα. ΜΠΟΡΕΙΣ να γυρίσεις στην καλή σου πλευρά». Ή, ακόμα καλύτερα, «ΚΑΝΕ το προσωπικό σου θαύμα! ΓΥΡΝΑ τη ζωή σου! ΣΗΚΩ πάνω και στάσου στα πόδια σου».

Κατά την προσωπική τους τοποθέτηση απέναντι στο «θαύμα» του ποιήματος, οι μαθητές/μαθήτριες αναμένεται να δηλώσουν ότι θα ήθελαν να το βιώσουν. Ίσως βέβαια κάποιος/κάποια ισχυριστεί ότι δεν έχει ζήσει μία έντονα δυσάρεστη κατάσταση ώστε να έχει ανάγκη από ένα τέτοιο θαύμα. Σε κάθε περίπτωση βέβαια, κάθε τεκμηριωμένη απάντηση θα πρέπει να είναι αποδεκτή.

Έθιμα ταφής

ΧΑΝΑ ΚΕΝΤ (1985 – )

Το παρακάτω απόσπασμα είναι από το ομώνυμο βιβλίο της Κεντ, σε μετάφραση της Μαρίας Αγγελίδου, εκδόσεις Ίκαρος, 2013. Πρωταγωνίστρια του βιβλίου είναι η Άγνες Μάγκνουσντότιρ, η τελευταία γυναίκα στην οποία επιβλήθηκε η θανατική ποινή στην Ισλανδία, το 1829.

 

Είπαν ότι πρέπει να πεθάνω. Είπαν ότι έκλεψα την ανάσα άλλων ανθρώπων και τώρα κι αυτοί να κλέψουν τη δική μου. Φαντάζομαι, λοιπόν, πως είμαστε όλοι φλόγες κεριών που φέγγουν θαμπά, τρεμοσβήνουν στο σκοτάδι και στο φύσημα του αέρα, και μέσα στην ησυχία της κάμαρας ακούω βήματα, βήματα τρομερά που έρχονται, έρχονται να με σβήσουν και να διώξουν τη ζωή μου μακριά από μένα σε μία γκρίζα τολύπα[1] καπνού. Θα χαθώ, θα σκορπίσω στον αέρα και στη νύχτα. Θα μας σβήσουν όλους, τον έναν μετά τον άλλο, ώσπου να μείνει μόνο το δικό τους φως και μ’ αυτό να βλέπουν τον εαυτό τους. Πού θα είμαι τότε εγώ;

Ώρες ώρες μου φαίνεται πως το ξαναβλέπω το αγρόκτημα να καίγεται μέσα στο σκοτάδι. Ώρες ώρες νιώθω τον πόνο του χειμώνα βαθιά στα πνευμόνια μου, μου φαίνεται πως βλέπω τις φλόγες να καθρεφτίζονται στον ωκεανό, το παράξενο το νερό, πως τρέμει το στο φως. Υπήρχε μία στιγμή εκείνη τη νύχτα που γύρισα και κοίταξα πίσω. Κοίταξα πίσω και είδα τη φωτιά, κι αν γλείφω το δέρμα μου, γεύομαι ακόμα το αλάτι. Τον καπνό.

Δεν έκανε πάντα τόσο κρύο.

Ακούω βήματα.

 

Αξιοποιώντας τρία στοιχεία του Κειμένου 3 να αναφερθείς στη συναισθηματική κατάσταση στην οποία, κατά τη γνώμη σου, βρίσκεται η ηρωίδα του Κειμένου 3. Ποιες σκέψεις και συναισθήματα σου δημιουργούνται σε σχέση με αυτήν; (150-200 λέξεις).

Απάντηση

Οι μαθητές/-τριες θα μπορούσαν, ανάλογα με τον παραστατικό τους κύκλο, να αναγνωρίσουν ως κυρίαρχα συναισθήματα τον φόβο, την οργή, τη ματαίωση, την υπαρξιακή αγωνία για το άγνωστο/τον θάνατο που επέρχεται σύντομα.

Στοιχεία του κειμένου που μπορούν να αξιοποιηθούν, για να υποστηρίξουν τη θέση τους, είναι (αρκούν τρία για να θεωρηθεί πλήρης η απάντηση):

  • Η χρήση α´ προσώπου, η οποία υπογραμμίζει την άμεση πρόσβαση στις σκέψεις και στα συναισθήματα της ηρωίδας.
  • Η αντίθεση ανάμεσα σε αυτούς που την καταδίκασαν, μάλιστα δεν τους κατονομάζει (π.χ. «είπαν», «αυτοί») και στην ίδια, αλλά και σε όσους θα ακολουθήσουν τη δική της πορεία (Θα μας σβήσουν όλους, τον έναν μετά τον άλλο…».
  • Το ερώτημα «Πού θα είμαι τότε εγώ;» που δηλώνει τη βαθύτερη υπαρξιακή αγωνία/απορία της ηρωίδας, αλλά και κατ’ επέκταση όλων των ανθρώπων μπροστά στον θάνατο.
  • Η εναλλαγή ρηματικών χρόνων παρόν («φαντάζομαι», «νιώθω») μέλλον («θα χαθώ», «θα σκορπίσω») και παρελθόν («υπήρχε», «κοίταξα») με την οποία δηλώνεται η σύγχυση της ηρωίδας, υπογραμμίζεται ο σχεδόν παραληρηματικός τόνος της.
  • Η εκτενής χρήση συνυποδηλωτικού λόγου, μεταφορών (π.χ. «έκλεψα την ανάσα άλλων ανθρώπων», «είμαστε όλοι φλόγες κεριών») με τις οποίες επιδιώκεται να αποτυπωθούν εναργέστερα για τον αναγνώστη οι συναισθηματικές διακυμάνσεις της ηρωίδας.
  • Ο συνδυασμός μικροπερίοδου λόγου (π.χ. «Είπαν ότι πρέπει να πεθάνω.») και ασύνδετου σχήματος (π.χ. «Ώρες ώρες νιώθω τον πόνο … , πως τρέμει το στο φως») με τον οποίο το κείμενο καθίσταται πιο γοργό και υπογραμμίζεται η αίσθηση του επείγοντος που βιώνει η ηρωίδα (για να ακουστεί ή για να προλάβει).
  • Οι επαναλήψεις λέξεων – κλειδιών: «είπαν – είπαν» για τους μη κατονομαζόμενους δικαστές της, «έκλεψα – έκλεψαν» για το φόνο και την εκτέλεσή της, «βήματα, βήματα» για τους εκτελεστές της, «ώρες ώρες … ώρες ώρες») για την υπογράμμιση της παρούσας κατάστασης/σκέψεων αλλά και για το γεγονός ότι τελειώνουν οι δικές της «ώρες».

Στο β’ σκέλος η εκφώνηση του ερωτήματος επιτρέπει την διατύπωση των προσωπικών θέσεων των μαθητών/-τριών.

Σε κάθε περίπτωση θετικά αξιολογούνται η σαφήνεια στην έκφραση και η κατάλληλη σύνδεση α’ και β ́ σκέλους της απάντησης.

 

Ελληνική Επαρχία μ.Χ.

 

Πάνος Θασίτης (1923-2008), από τη συλλογή «Εκατόνησος», 1971, στο βιβλίο Η Ελληνική Ποίηση, Ανθολογία και Γραμματολογία, τόμος Ε ́, εκδ. Σοκόλη, Αθήνα.

 

Έφριξε σαν πήγε ο ίδιος, με τα ίδια του τα μάτια και τα είδε.

Τόση ρεμούλα, τέτοιο χάλι, πού να το φανταστεί.

Έβγαλε ευθύς διαταγές τη μια πάνω στην άλλη,

ήλεγξε, καυτηρίασε, τιμώρησε, κάτι να διορθώσει,

κάτι να περισώσει απ’ την καταστροφή.

 

Οι άλλοι, οι από πάνω, μάθαιναν ταχτικά τα νέα.

Τον ζήλο του λαμπρού νέου επάρχου

την ακάθεκτη έφεσή του για ευποιία, χρηστή

φιλόπτωχο διοίκηση κ.τ.λ.

Μα δεν ανησυχήσαν. «Θα του περάσει», είπαν,

«κι άμα δεν του περάσει

και κάνει τώρα πως δεν ξέρει,

τον αντικαθιστούμε, τον διαγράφουμε,

τον εξαφανίζουμε στο κάτω – κάτω.

 

Το ίδιο μας κάνει συνεπώς κι αν του περάσει

κι αν δεν του περάσει».

 

Η αλήθεια είναι πως του πέρασε και του παραπέρασε.

Ούτε να τον παραμερίσουμε χρειάστηκε

ούτε βέβαια – τον άνθρωπο! – να τον εξαφανίσουν.

 

Ήδη, γοργά ανέρχεται κι έχει λαμπρό το μέλλον.

 

Να διερευνήσεις το θέμα που, κατά τη γνώμη σου, πραγματεύεται το Κείμενο 3, να στηρίξεις την ερμηνεία σου σε τρεις κειμενικούς δείκτες και να εκφράσεις την προσωπική σου άποψη για το ζήτημα που θίγεται (150-200 λέξεις).

Απάντηση

Οποιαδήποτε άποψη διατυπώνεται από τους/τις μαθητές/-τριες θεωρείται αποδεκτή, εφόσον μπορεί να συσχετιστεί/ τεκμηριωθεί με στοιχεία/ χωρία του κειμένου, χωρίς να δίνεται με τρόπο αυθαίρετο.

Θετικά αξιολογείται η προσπάθεια του/της μαθητή/-τριας να προσδιορίσει με σαφήνεια και συντομία το θέμα σχετικά:

  • με τον πολιτικό αμοραλισμό
  • την αλλοίωση των ηθικών αξιών και καταπάτηση των πολιτικών ιδεωδών, προκειμένου να επιτευχθεί η κοινωνική ανέλιξη
  • την ανάγκη για διατήρηση της πολιτικής εξουσίας με κάθε κόστος

 

Εκφραστικοί τρόποι (αρκούν τρεις συνολικά):

  • Χρόνος Αόριστος και γ ́ πρόσωπο→ αντικειμενική προβολή της ιστορίας → ο Αόριστος συνάδει με την περιορισμένη διάρκεια των χρηστών ηθών του επίδοξου πολιτικού (ήλεγξε, καυτηρίασε, τιμώρησε)
  • έντονα σαρκαστικός τόνος→ στις προτάσεις σε ευθύ λόγο (που βρίσκονται εντός εισαγωγικών),
  • χρήση αξιολογικών επιθέτων με ειρωνική χροιά, π.χ. ακάθεκτη έφεσή του για ευποιία, χρηστή φιλόπτωχο διοίκηση
  • βραχυπερίοδος λόγος→ Λειτουργεί σχολιαστικά (Η αλήθεια είναι πως του πέρασε και του παραπέρασε)
  • Χρήση μεταφορών στον τελευταίο στίχο (Ήδη, γοργά ανέρχεται κι έχει λαμπρό το μέλλον), με πρόταξη του χρονικού επιρρήματος, για να φανεί η γρήγορη πολιτική μεταστροφή του έπαρχου.

Τέλος, ο μαθητής/ η μαθήτρια, ανάλογα με τον παραστατικό του/ της κύκλο, μπορεί να τοποθετηθεί ως προς την επικαιρική διάσταση του θέματος του Κειμένου 3, αλλά και ως προς το ότι η πολιτική ανηθικότητα ως στάση ζωής είναι καταδικαστέα και σε κάθε εποχή επιφέρει αρνητικές κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις.